search


interactive GDPR 2016/0679 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2016/0679 EL jump to: cercato: 'μια' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


index μια:


whereas μια:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 1711

 

Άρθρο 2

Ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στην, εν όλω ή εν μέρει, αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και στη μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία τέτοιων δεδομένων τα οποία περιλαμβάνονται ή πρόκειται να περιληφθούν σε σύστημα_αρχειοθέτησης.

2.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα:

α)

στο πλαίσιο δραστηριότητας η οποία δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης,

β)

από τα κράτη μέλη κατά την άσκηση δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κεφαλαίου 2 του τίτλου V της ΣΕΕ,

γ)

από φυσικό πρόσωπο στο πλαίσιο αποκλειστικά προσωπικής ή οικιακής δραστηριότητας,

δ)

από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας και πρόληψης έναντι κινδύνων που απειλούν τη δημόσια ασφάλεια.

3.   Για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά όργανα, φορείς, υπηρεσίες και οργανισμούς της Ένωσης, εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 45/2001 και άλλες νομικές πράξεις της Ένωσης εφαρμοστέες σε μια τέτοια επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προσαρμόζονται στις αρχές και τους κανόνες του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με το άρθρο 98.

4.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή της οδηγίας 2000/31/ΕΚ, ιδίως των κανόνων για την ευθύνη των μεσαζόντων παροχής υπηρεσιών που προβλέπονται στα άρθρα 12 έως 15 της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 3

Εδαφικό πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων μιας εγκατάστασης ενός υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία στην Ένωση, ανεξάρτητα από το κατά πόσο η επεξεργασία πραγματοποιείται εντός της Ένωσης.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα υποκειμένων των δεδομένων που βρίσκονται στην Ένωση από υπεύθυνο επεξεργασίας ή εκτελούντα την επεξεργασία μη εγκατεστημένο στην Ένωση, εάν οι δραστηριότητες επεξεργασίας σχετίζονται με:

α)

την προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών στα εν λόγω υποκείμενα των δεδομένων στην Ένωση, ανεξαρτήτως εάν απαιτείται πληρωμή από τα υποκείμενα των δεδομένων, ή

β)

την παρακολούθηση της συμπεριφοράς τους, στον βαθμό που η συμπεριφορά αυτή λαμβάνει χώρα εντός της Ένωσης.

3.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από υπεύθυνο επεξεργασίας μη εγκατεστημένο στην Ένωση, αλλά σε τόπο όπου εφαρμόζεται το δίκαιο κράτους μέλους δυνάμει του δημόσιου διεθνούς δικαίου.

Άρθρο 4

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού νοούνται ως:

1)

« δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα»: κάθε πληροφορία που αφορά ταυτοποιημένο ή ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο («υποκείμενο των δεδομένων»)· το ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο είναι εκείνο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως μέσω αναφοράς σε αναγνωριστικό στοιχείο ταυτότητας, όπως όνομα, σε αριθμό ταυτότητας, σε δεδομένα θέσης, σε επιγραμμικό αναγνωριστικό ταυτότητας ή σε έναν ή περισσότερους παράγοντες που προσιδιάζουν στη σωματική, φυσιολογική, γενετική, ψυχολογική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική ταυτότητα του εν λόγω φυσικού προσώπου,

2)

« επεξεργασία»: κάθε πράξη ή σειρά πράξεων που πραγματοποιείται με ή χωρίς τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων, σε δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα ή σε σύνολα δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διάρθρωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή η μεταβολή, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η κοινολόγηση με διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλη μορφή διάθεσης, η συσχέτιση ή ο συνδυασμός, ο περιορισμός, η διαγραφή ή η καταστροφή,

3)

«περιορισμός της επεξεργασίας»: η επισήμανση αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με στόχο τον περιορισμό της επεξεργασίας τους στο μέλλον,

4)

« κατάρτιση_προφίλ»: οποιαδήποτε μορφή αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που συνίσταται στη χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για την αξιολόγηση ορισμένων προσωπικών πτυχών ενός φυσικού προσώπου, ιδίως για την ανάλυση ή την πρόβλεψη πτυχών που αφορούν την απόδοση στην εργασία, την οικονομική κατάσταση, την υγεία, τις προσωπικές προτιμήσεις, τα ενδιαφέροντα, την αξιοπιστία, τη συμπεριφορά, τη θέση ή τις μετακινήσεις του εν λόγω φυσικού προσώπου,

5)

« ψευδωνυμοποίηση»: η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τρόπο ώστε τα δεδομένα να μην μπορούν πλέον να αποδοθούν σε συγκεκριμένο υποκείμενο των δεδομένων χωρίς τη χρήση συμπληρωματικών πληροφοριών, εφόσον οι εν λόγω συμπληρωματικές πληροφορίες διατηρούνται χωριστά και υπόκεινται σε τεχνικά και οργανωτικά μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν μπορούν να αποδοθούν σε ταυτοποιημένο ή ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο,

6)

« σύστημα_αρχειοθέτησης»: κάθε διαρθρωμένο σύνολο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία είναι προσβάσιμα με γνώμονα συγκεκριμένα κριτήρια, είτε το σύνολο αυτό είναι συγκεντρωμένο είτε αποκεντρωμένο είτε κατανεμημένο σε λειτουργική ή γεωγραφική βάση,

7)

«υπεύθυνος επεξεργασίας»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχή, η υπηρεσία ή άλλος φορέας που, μόνα ή από κοινού με άλλα, καθορίζουν τους σκοπούς και τον τρόπο της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· όταν οι σκοποί και ο τρόπος της επεξεργασίας αυτής καθορίζονται από το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο κράτους μέλους, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή τα ειδικά κριτήρια για τον διορισμό του μπορούν να προβλέπονται από το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο κράτους μέλους,

8)

«εκτελών την επεξεργασία»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχή, η υπηρεσία ή άλλος φορέας που επεξεργάζεται δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα για λογαριασμό του υπευθύνου της επεξεργασίας,

9)

« αποδέκτης»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχή, η υπηρεσία ή άλλος φορέας, στα οποία κοινολογούνται τα δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα, είτε πρόκειται για τρίτον είτε όχι. Ωστόσο, οι δημόσιες αρχές που ενδέχεται να λάβουν δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα στο πλαίσιο συγκεκριμένης έρευνας σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης ή κράτους μέλους δεν θεωρούνται ως αποδέκτες· η επεξεργασία των δεδομένων αυτών από τις εν λόγω δημόσιες αρχές πραγματοποιείται σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες προστασίας των δεδομένων ανάλογα με τους σκοπούς της επεξεργασίας,

10)

« τρίτος»: οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δημόσια αρχή, υπηρεσία ή φορέας, με εξαίρεση το υποκείμενο των δεδομένων, τον υπεύθυνο επεξεργασίας, τον εκτελούντα την επεξεργασία και τα πρόσωπα τα οποία, υπό την άμεση εποπτεία του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία, είναι εξουσιοδοτημένα να επεξεργάζονται τα δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα,

11)

« συγκατάθεση» του υποκειμένου των δεδομένων: κάθε ένδειξη βουλήσεως, ελεύθερη, συγκεκριμένη, ρητή και εν πλήρει επιγνώσει, με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων εκδηλώνει ότι συμφωνεί, με δήλωση ή με σαφή θετική ενέργεια, να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα που το αφορούν,

12)

« παραβίαση_δεδομένων_προσωπικού_χαρακτήρα»: η παραβίαση της ασφάλειας που οδηγεί σε τυχαία ή παράνομη καταστροφή, απώλεια, μεταβολή, άνευ άδειας κοινολόγηση ή πρόσβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάστηκαν, αποθηκεύτηκαν ή υποβλήθηκαν κατ' άλλο τρόπο σε επεξεργασία,

13)

« γενετικά_δεδομένα»: τα δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα που αφορούν τα γενετικά χαρακτηριστικά φυσικού προσώπου που κληρονομήθηκαν ή αποκτήθηκαν, όπως προκύπτουν, ιδίως, από ανάλυση βιολογικού δείγματος του εν λόγω φυσικού προσώπου και τα οποία παρέχουν μοναδικές πληροφορίες σχετικά με την φυσιολογία ή την υγεία του εν λόγω φυσικού προσώπου,

14)

« βιομετρικά_δεδομένα»: δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα τα οποία προκύπτουν από ειδική τεχνική επεξεργασία συνδεόμενη με φυσικά, βιολογικά ή συμπεριφορικά χαρακτηριστικά φυσικού προσώπου και τα οποία επιτρέπουν ή επιβεβαιώνουν την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση του εν λόγω φυσικού προσώπου, όπως εικόνες προσώπου ή δακτυλοσκοπικά δεδομένα,

15)

« δεδομένα_που_αφορούν_την_υγεία»: δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα τα οποία σχετίζονται με τη σωματική ή ψυχική υγεία ενός φυσικού προσώπου, περιλαμβανομένης της παροχής υπηρεσιών υγειονομικής φροντίδας, και τα οποία αποκαλύπτουν πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση της υγείας του,

16)

« κύρια_εγκατάσταση»:

α)

όταν πρόκειται για υπεύθυνο επεξεργασίας με εγκαταστάσεις σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, ο τόπος της κεντρικής του διοίκησης στην Ένωση, εκτός εάν οι αποφάσεις όσον αφορά τους σκοπούς και τα μέσα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα λαμβάνονται σε άλλη εγκατάσταση του υπευθύνου επεξεργασίας στην Ένωση και η εγκατάσταση αυτή έχει την εξουσία εφαρμογής των αποφάσεων αυτών, οπότε ως κύρια_εγκατάσταση θεωρείται η εγκατάσταση στην οποία έλαβε τις αποφάσεις αυτές,

β)

όταν πρόκειται για εκτελούντα την επεξεργασία με εγκαταστάσεις σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, ο τόπος της κεντρικής του διοίκησης στην Ένωση ή, εάν ο εκτελών την επεξεργασία δεν έχει κεντρική διοίκηση στην Ένωση, η εγκατάσταση του εκτελούντος την επεξεργασία στην Ένωση στην οποία εκτελούνται οι κύριες δραστηριότητες επεξεργασίας στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων εγκατάστασης του εκτελούντος την επεξεργασία, στον βαθμό που ο εκτελών την επεξεργασία υπόκειται σε ειδικές υποχρεώσεις δυνάμει του παρόντος κανονισμού,

17)

« εκπρόσωπος»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση, το οποίο ορίζεται εγγράφως από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία βάσει του άρθρου 27 και εκπροσωπεί τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία ως προς τις αντίστοιχες υποχρεώσεις τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού,

18)

« επιχείρηση»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τη νομική του μορφή, περιλαμβανομένων των προσωπικών εταιρειών ή των ενώσεων που ασκούν τακτικά οικονομική δραστηριότητα,

19)

« όμιλος_επιχειρήσεων»: μια ελέγχουσα επιχείρηση και οι ελεγχόμενες από αυτήν επιχειρήσεις,

20)

« δεσμευτικοί_εταιρικοί_κανόνες»: οι πολιτικές προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τις οποίες ακολουθεί ένας υπεύθυνος επεξεργασίας ή εκτελών την επεξεργασία εγκατεστημένος στο έδαφος κράτους μέλους για διαβιβάσεις ή δέσμη διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε υπεύθυνο επεξεργασίας ή εκτελούντα την επεξεργασία σε μία ή περισσότερες τρίτες χώρες εντός ομίλου επιχειρήσεων, ή ομίλου εταιρειών που ασκεί κοινή οικονομική δραστηριότητα,

21)

« εποπτική_αρχή»: ανεξάρτητη δημόσια αρχή που συγκροτείται από κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 51,

22)

«ενδιαφερόμενη εποπτική_αρχή»: εποπτική_αρχή την οποία αφορά η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, διότι:

α)

ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία είναι εγκατεστημένος στο έδαφος του κράτους μέλους της εν λόγω εποπτικής αρχής,

β)

τα υποκείμενα των δεδομένων που διαμένουν στο κράτος μέλος της εν λόγω εποπτικής αρχής επηρεάζονται ή ενδέχεται να επηρεαστούν ουσιωδώς από την επεξεργασία ή

γ)

έχει υποβληθεί καταγγελία στην εν λόγω εποπτική_αρχή,

23)

«διασυνοριακή επεξεργασία»:

α)

η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία γίνεται στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων διάφορων εγκαταστάσεων σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία στην Ένωση όπου ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών επεξεργασία είναι εγκατεστημένος σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη ή

β)

η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία γίνεται στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων μίας μόνης εγκατάστασης υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία στην Ένωση αλλά που επηρεάζει ή ενδέχεται να επηρεάσει ουσιωδώς υποκείμενα των δεδομένων σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη,

24)

« σχετική_και_αιτιολογημένη_ένσταση»: ένσταση σε ένα σχέδιο απόφασης ως προς την ύπαρξη παράβασης του παρόντος κανονισμού, ή ως προς τη συμφωνία με τον παρόντα κανονισμό της προβλεπόμενης ενέργειας σε σχέση με τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία, η οποία καταδεικνύει σαφώς τη σημασία των κινδύνων που εγκυμονεί το σχέδιο απόφασης όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων και, κατά περίπτωση, την ελεύθερη κυκλοφορία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εντός της Ένωσης,

25)

« υπηρεσία_της_κοινωνίας_των_πληροφοριών»: υπηρεσία κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/1535 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19),

26)

« διεθνής_οργανισμός»: οργανισμός και οι υπαγόμενοι σε αυτόν φορείς που διέπονται από το δημόσιο διεθνές δίκαιο ή οποιοσδήποτε άλλος φορέας που έχει ιδρυθεί δυνάμει ή επί τη βάσει συμφωνίας μεταξύ δύο ή περισσότερων χωρών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Αρχές

Άρθρο 6

Νομιμότητα της επεξεργασίας

1.   Η επεξεργασία είναι σύννομη μόνο εάν και εφόσον ισχύει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

το υποκείμενο των δεδομένων έχει συναινέσει στην επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του για έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους σκοπούς,

β)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την εκτέλεση σύμβασης της οποίας το υποκείμενο των δεδομένων είναι συμβαλλόμενο μέρος ή για να ληφθούν μέτρα κατ' αίτηση του υποκειμένου των δεδομένων πριν από τη σύναψη σύμβασης,

γ)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη συμμόρφωση με έννομη υποχρέωση του υπευθύνου επεξεργασίας,

δ)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη διαφύλαξη ζωτικού συμφέροντος του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου φυσικού προσώπου,

ε)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την εκπλήρωση καθήκοντος που εκτελείται προς το δημόσιο συμφέρον ή κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας που έχει ανατεθεί στον υπεύθυνο επεξεργασίας,

στ)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τους σκοπούς των έννομων συμφερόντων που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή τρίτος, εκτός εάν έναντι των συμφερόντων αυτών υπερισχύει το συμφέρον ή τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων που επιβάλλουν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως εάν το υποκείμενο των δεδομένων είναι παιδί.

Το στοιχείο στ) του πρώτου εδαφίου δεν εφαρμόζεται στην επεξεργασία που διενεργείται από δημόσιες αρχές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν ή να θεσπίζουν πιο ειδικές διατάξεις για την προσαρμογή της εφαρμογής των κανόνων του παρόντος κανονισμού όσον αφορά την επεξεργασία για τη συμμόρφωση με την παράγραφο 1 στοιχεία γ) και ε), καθορίζοντας ακριβέστερα ειδικές απαιτήσεις για την επεξεργασία και άλλα μέτρα προς εξασφάλιση σύννομης και θεμιτής επεξεργασίας, μεταξύ άλλων για άλλες ειδικές περιπτώσεις επεξεργασίας όπως προβλέπονται στο κεφάλαιο ΙΧ.

3.   Η βάση για την επεξεργασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχεία γ) και ε) ορίζεται σύμφωνα με:

α)

το δίκαιο της Ένωσης, ή

β)

το δίκαιο του κράτους μέλος στο οποίο υπόκειται ο υπεύθυνος επεξεργασίας.

Ο σκοπός της επεξεργασίας καθορίζεται στην εν λόγω νομική βάση ή, όσον αφορά την επεξεργασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο ε), είναι η αναγκαιότητα της επεξεργασίας για την εκπλήρωση καθήκοντος που εκτελείται προς το δημόσιο συμφέρον ή κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας που έχει ανατεθεί στον υπεύθυνο επεξεργασίας. Η εν λόγω νομική βάση μπορεί να περιλαμβάνει ειδικές διατάξεις για την προσαρμογή της εφαρμογής των κανόνων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων: τις γενικές προϋποθέσεις που διέπουν τη σύννομη επεξεργασία από τον υπεύθυνο επεξεργασίας· τα είδη των δεδομένων που υποβάλλονται σε επεξεργασία· τα οικεία υποκείμενα των δεδομένων· τις οντότητες στις οποίες μπορούν να κοινοποιούνται τα δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα και τους σκοπούς αυτής της κοινοποίησης· τον περιορισμό του σκοπού· τις περιόδους αποθήκευσης· και τις πράξεις επεξεργασίας και τις διαδικασίες επεξεργασίας, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων για τη διασφάλιση σύννομης και θεμιτής επεξεργασίας, όπως εκείνα για άλλες ειδικές περιπτώσεις επεξεργασίας όπως προβλέπονται στο κεφάλαιο ΙΧ. Το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο του κράτους μέλους ανταποκρίνεται σε σκοπό δημόσιου συμφέροντος και είναι ανάλογο προς τον επιδιωκόμενο νόμιμο σκοπό.

4.   Όταν η επεξεργασία για σκοπό άλλο από αυτόν για τον οποίο έχουν συλλεγεί τα δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα δεν βασίζεται στη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων ή στο δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο κράτους μέλους το οποίο αποτελεί αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για τη διασφάλιση των σκοπών που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1, ο υπεύθυνος επεξεργασίας, προκειμένου να εξακριβωθεί κατά πόσο η επεξεργασία για άλλο σκοπό είναι συμβατή με τον σκοπό για τον οποίο συλλέγονται αρχικώς τα δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα, λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων:

α)

τυχόν σχέση μεταξύ των σκοπών για τους οποίους έχουν συλλεχθεί τα δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα και των σκοπών της επιδιωκόμενης περαιτέρω επεξεργασίας,

β)

το πλαίσιο εντός του οποίου συλλέχθηκαν τα δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα, ιδίως όσον αφορά τη σχέση μεταξύ των υποκειμένων των δεδομένων και του υπευθύνου επεξεργασίας,

γ)

τη φύση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως για τις ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία, σύμφωνα με το άρθρο 9, ή κατά πόσο δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα που σχετίζονται με ποινικές καταδίκες και αδικήματα υποβάλλονται σε επεξεργασία, σύμφωνα με το άρθρο 10,

δ)

τις πιθανές συνέπειες της επιδιωκόμενης περαιτέρω επεξεργασίας για τα υποκείμενα των δεδομένων,

ε)

την ύπαρξη κατάλληλων εγγυήσεων, που μπορεί να περιλαμβάνουν κρυπτογράφηση ή ψευδωνυμοποίηση.

Άρθρο 7

Προϋποθέσεις για συγκατάθεση

1.   Όταν η επεξεργασία βασίζεται σε συγκατάθεση, ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι σε θέση να αποδείξει ότι το υποκείμενο των δεδομένων συγκατατέθηκε για την επεξεργασία των δεδομένων του προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Εάν η συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων παρέχεται στο πλαίσιο γραπτής δήλωσης η οποία αφορά και άλλα θέματα, το αίτημα για συγκατάθεση υποβάλλεται κατά τρόπο ώστε να είναι σαφώς διακριτό από τα άλλα θέματα, σε κατανοητή και εύκολα προσβάσιμη μορφή, χρησιμοποιώντας σαφή και απλή διατύπωση. Κάθε τμήμα της δήλωσης αυτής το οποίο συνιστά παράβαση του παρόντος κανονισμού δεν είναι δεσμευτικό.

3.   Το υποκείμενο των δεδομένων έχει δικαίωμα να ανακαλέσει τη συγκατάθεσή του ανά πάσα στιγμή. Η ανάκληση της συγκατάθεσης δεν θίγει τη νομιμότητα της επεξεργασίας που βασίστηκε στη συγκατάθεση προ της ανάκλησής της. Πριν την παροχή της συγκατάθεσης, το υποκείμενο των δεδομένων ενημερώνεται σχετικά. Η ανάκληση της συγκατάθεσης είναι εξίσου εύκολη με την παροχή της.

4.   Κατά την εκτίμηση κατά πόσο η συγκατάθεση δίνεται ελεύθερα, λαμβάνεται ιδιαιτέρως υπόψη κατά πόσο, μεταξύ άλλων, για την εκτέλεση σύμβασης, συμπεριλαμβανομένης της παροχής μιας υπηρεσίας, τίθεται ως προϋπόθεση η συγκατάθεση στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που δεν είναι αναγκαία για την εκτέλεση της εν λόγω σύμβασης.

Άρθρο 8

Προϋποθέσεις που ισχύουν για τη συγκατάθεση παιδιού σε σχέση με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών

1.   Όταν εφαρμόζεται το άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α), σε σχέση με την προσφορά υπηρεσιών της κοινωνίας των πληροφοριών απευθείας σε παιδί, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα παιδιού είναι σύννομη εάν το παιδί είναι τουλάχιστον 16 χρονών. Εάν το παιδί είναι ηλικίας κάτω των 16 ετών, η επεξεργασία αυτή είναι σύννομη μόνο εάν και στον βαθμό που η εν λόγω συγκατάθεση παρέχεται ή εγκρίνεται από το πρόσωπο που έχει τη γονική μέριμνα του παιδιού.

Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν διά νόμου μικρότερη ηλικία για τους εν λόγω σκοπούς, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω μικρότερη ηλικία δεν είναι κάτω από τα 13 έτη.

2.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας καταβάλλει εύλογες προσπάθειες για να επαληθεύσει στις περιπτώσεις αυτές ότι η συγκατάθεση παρέχεται ή εγκρίνεται από το πρόσωπο που έχει τη γονική μέριμνα του παιδιού, λαμβάνοντας υπόψη τη διαθέσιμη τεχνολογία.

3.   Η παράγραφος 1 δεν επηρεάζει το γενικό ενοχικό δίκαιο των κρατών μελών, όπως τους κανόνες περί ισχύος, κατάρτισης ή συνεπειών μιας σύμβασης σε σχέση με παιδί.

Άρθρο 12

Διαφανής ενημέρωση, ανακοίνωση και ρυθμίσεις για την άσκηση των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων

1.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να παρέχει στο υποκείμενο των δεδομένων κάθε πληροφορία που αναφέρεται στα άρθρα 13 και 14 και κάθε ανακοίνωση στο πλαίσιο των άρθρων 15 έως 22 και του άρθρου 34 σχετικά με την επεξεργασία σε συνοπτική, διαφανή, κατανοητή και εύκολα προσβάσιμη μορφή, χρησιμοποιώντας σαφή και απλή διατύπωση, ιδίως όταν πρόκειται για πληροφορία απευθυνόμενη ειδικά σε παιδιά. Οι πληροφορίες παρέχονται γραπτώς ή με άλλα μέσα, μεταξύ άλλων, εφόσον ενδείκνυται, ηλεκτρονικώς. Όταν ζητείται από το υποκείμενο των δεδομένων, οι πληροφορίες μπορούν να δίνονται προφορικά, υπό την προϋπόθεση ότι η ταυτότητα του υποκειμένου των δεδομένων είναι αποδεδειγμένη με άλλα μέσα.

2.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας διευκολύνει την άσκηση των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων που προβλέπονται στα άρθρα 15 έως 22. Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 11 παράγραφος 2, ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν αρνείται να ενεργήσει κατόπιν αιτήσεως του υποκειμένου των δεδομένων για να ασκήσει τα δικαιώματά του βάσει των άρθρων 15 έως 22, εκτός αν ο υπεύθυνος επεξεργασίας αποδείξει ότι δεν είναι σε θέση να εξακριβώσει την ταυτότητα του υποκειμένου των δεδομένων.

3.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας παρέχει στο υποκείμενο των δεδομένων πληροφορίες για την ενέργεια που πραγματοποιείται κατόπιν αιτήματος δυνάμει των άρθρων 15 έως 22 χωρίς καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση εντός μηνός από την παραλαβή του αιτήματος. Η εν λόγω προθεσμία μπορεί να παραταθεί κατά δύο ακόμη μήνες, εφόσον απαιτείται, λαμβανομένων υπόψη της πολυπλοκότητας του αιτήματος και του αριθμού των αιτημάτων. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων για την εν λόγω παράταση εντός μηνός από την παραλαβή του αιτήματος, καθώς και για τους λόγους της καθυστέρησης. Εάν το υποκείμενο των δεδομένων υποβάλλει το αίτημα με ηλεκτρονικά μέσα, η ενημέρωση παρέχεται, εάν είναι δυνατόν, με ηλεκτρονικά μέσα, εκτός εάν το υποκείμενο των δεδομένων ζητήσει κάτι διαφορετικό.

4.   Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν ενεργήσει επί του αιτήματος του υποκειμένου των δεδομένων, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων, χωρίς καθυστέρηση και το αργότερο εντός μηνός από την παραλαβή του αιτήματος, για τους λόγους για τους οποίους δεν ενήργησε και για τη δυνατότητα υποβολής καταγγελίας σε εποπτική_αρχή και άσκησης δικαστικής προσφυγής.

5.   Οι πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 14 και κάθε ανακοίνωση καθώς και όλες οι ενέργειες που αναλαμβάνονται σύμφωνα με τα άρθρα 15 έως 22 και το άρθρο 34 παρέχονται δωρεάν. Εάν τα αιτήματα του υποκειμένου των δεδομένων είναι προδήλως αβάσιμα ή υπερβολικά, ιδίως λόγω του επαναλαμβανόμενου χαρακτήρα τους, ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί είτε:

α)

να επιβάλει την καταβολή εύλογου τέλους, λαμβάνοντας υπόψη τα διοικητικά έξοδα για την παροχή της ενημέρωσης ή την ανακοίνωση ή την εκτέλεση της ζητούμενης ενέργειας, ή

β)

να αρνηθεί να δώσει συνέχεια στο αίτημα.

Ο υπεύθυνος επεξεργασίας φέρει το βάρος της απόδειξης του προδήλως αβάσιμου ή του υπερβολικού χαρακτήρα του αιτήματος.

6.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 11, όταν ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει εύλογες αμφιβολίες σχετικά με την ταυτότητα του φυσικού προσώπου που υποβάλλει το αίτημα που αναφέρεται στα άρθρα 15 έως 21, ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να ζητήσει την παροχή πρόσθετων πληροφοριών αναγκαίων για την επιβεβαίωση της ταυτότητας του υποκειμένου των δεδομένων.

7.   Οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στα υποκείμενα των δεδομένων σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 14 μπορούν να παρέχονται σε συνδυασμό με τυποποιημένα εικονίδια προκειμένου να δίνεται με ευδιάκριτο, κατανοητό και ευανάγνωστο τρόπο μια ουσιαστική επισκόπηση της σκοπούμενης επεξεργασίας. Εάν τα εικονίδια διατίθενται ηλεκτρονικά, είναι μηχανικώς αναγνώσιμα.

8.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 92 για τον καθορισμό των πληροφοριών που πρέπει να παρουσιάζονται με τα εικονίδια και των διαδικασιών για την παροχή τυποποιημένων εικονιδίων.

Τμήμα 2

Ενημέρωση και πρόσβαση σε δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα

Άρθρο 23

Περιορισμοί

1.   Το δίκαιο της Ένωσης ή του κράτους μέλους στο οποίο υπόκειται ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία των δεδομένων μπορεί να περιορίζει μέσω νομοθετικού μέτρου το πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων και των δικαιωμάτων που προβλέπονται στα άρθρα 12 έως 22 και στο άρθρο 34, καθώς και στο άρθρο 5, εφόσον οι διατάξεις του αντιστοιχούν στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 12 έως 22, όταν ένας τέτοιος περιορισμός σέβεται την ουσία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών και συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για τη διασφάλιση:

α)

της ασφάλειας του κράτους,

β)

της εθνικής άμυνας,

γ)

της δημόσιας ασφάλειας,

δ)

της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, περιλαμβανομένης της προστασίας από απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας και της πρόληψης αυτών,

ε)

άλλων σημαντικών στόχων γενικού δημόσιου συμφέροντος της Ένωσης ή κράτους μέλους, ιδίως σημαντικού οικονομικού ή χρηματοοικονομικού συμφέροντος της Ένωσης ή κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένων των νομισματικών, δημοσιονομικών και φορολογικών θεμάτων, της δημόσιας υγείας και της κοινωνικής ασφάλισης,

στ)

της προστασίας της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και των δικαστικών διαδικασιών,

ζ)

της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης και της δίωξης παραβάσεων δεοντολογίας σε νομοθετικά κατοχυρωμένα επαγγέλματα,

η)

της παρακολούθησης, της επιθεώρησης ή της κανονιστικής λειτουργίας που συνδέεται, έστω περιστασιακά, με την άσκηση δημόσιας εξουσίας στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ε) και ζ),

θ)

της προστασίας του υποκειμένου των δεδομένων ή των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων,

ι)

της εκτέλεσης αστικών αξιώσεων.

2.   Ειδικότερα, κάθε νομοθετικό μέτρο το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιέχει συγκεκριμένες διατάξεις τουλάχιστον, ανάλογα με την περίπτωση, όσον αφορά:

α)

τους σκοπούς της επεξεργασίας ή τις κατηγορίες επεξεργασίας,

β)

τις κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,

γ)

το πεδίο εφαρμογής των περιορισμών που επιβλήθηκαν,

δ)

τις εγγυήσεις για την πρόληψη καταχρήσεων ή παράνομης πρόσβασης ή διαβίβασης,

ε)

την ειδική περιγραφή του υπευθύνου επεξεργασίας ή των κατηγοριών των υπευθύνων επεξεργασίας,

στ)

τις περιόδους αποθήκευσης και τις ισχύουσες εγγυήσεις, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, το πεδίο εφαρμογής και τους σκοπούς της επεξεργασίας ή τις κατηγορίες επεξεργασίας,

ζ)

τους κινδύνους για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων και

η)

το δικαίωμα των υποκειμένων των δεδομένων να ενημερώνονται σχετικά με τον περιορισμό, εκτός εάν αυτό μπορεί να αποβεί επιζήμιο για τους σκοπούς του περιορισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Υπεύθυνος επεξεργασίας και εκτελών την επεξεργασία

Τμήμα 1

Γενικές υποχρεώσεις

Άρθρο 45

Διαβιβάσεις βάσει απόφαση επάρκειας

1.   Η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό μπορεί να πραγματοποιηθεί εφόσον η Επιτροπή έχει αποφασίσει ότι διασφαλίζεται επαρκές επίπεδο προστασίας από την τρίτη χώρα, από έδαφος ή από έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους τομείς στην εν λόγω τρίτη χώρα ή από τον εν λόγω διεθνή οργανισμό. Για μια τέτοια διαβίβαση δεν απαιτείται ειδική άδεια.

2.   Κατά την εκτίμηση της επάρκειας του επιπέδου προστασίας, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη, ιδίως, τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

το κράτος δικαίου, τον σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, τη σχετική νομοθεσία, τόσο τη γενική όσο και την τομεακή, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη δημόσια ασφάλεια, την άμυνα, την εθνική ασφάλεια και το ποινικό δίκαιο και την πρόσβαση των δημόσιων αρχών σε δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα, καθώς και την εφαρμογή αυτής της νομοθεσίας, τους κανόνες περί προστασίας δεδομένων, τους επαγγελματικούς κανόνες και τα μέτρα ασφάλειας, περιλαμβανομένων των κανόνων για τις περαιτέρω διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε άλλη χώρα ή διεθνή οργανισμό που τηρούνται στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα ή τον διεθνή οργανισμό, νομολογία, καθώς και ουσιαστικά και εκτελεστά δικαιώματα υποκειμένων των δεδομένων και αποτελεσματικά διοικητικά και δικαστικά μέσα προσφυγής για τα υποκείμενα των δεδομένων των οποίων τα δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα διαβιβάζονται,

β)

την ύπαρξη και την αποτελεσματική λειτουργία μίας ή περισσότερων ανεξάρτητων εποπτικών αρχών οι οποίες βρίσκονται στην εν λόγω τρίτη χώρα ή στις οποίες υπόκειται ένας διεθνής_οργανισμός, υπεύθυνων να διασφαλίζουν και να επιβάλουν τη συμμόρφωση προς τους κανόνες προστασίας δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων επαρκών εξουσιών επιβολής, να συνδράμουν και να συμβουλεύουν τα υποκείμενα των δεδομένων κατά την άσκηση των δικαιωμάτων τους και να συνεργάζονται με τις εποπτικές αρχές των κρατών μελών, και

γ)

τις διεθνείς δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η εν λόγω τρίτη χώρα ή ο διεθνής_οργανισμός ή άλλες υποχρεώσεις οι οποίες απορρέουν από νομικά δεσμευτικές συμβάσεις ή πράξεις και από τη συμμετοχή τους σε πολυμερή ή περιφερειακά συστήματα, ιδίως όσον αφορά την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

3.   Η Επιτροπή, αφού εκτιμήσει την επάρκεια του επιπέδου προστασίας, μπορεί να αποφασίσει, μέσω εκτελεστικής πράξης, ότι εξασφαλίζεται επαρκές επίπεδο προστασίας κατά την έννοια της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου από τρίτη χώρα ή έδαφος ή έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους τομείς σε τρίτη χώρα ή από διεθνή οργανισμό. Η εκτελεστική πράξη προβλέπει μηχανισμό περιοδικής επανεξέτασης, τουλάχιστον ανά τετραετία, στην οποία συνεκτιμώνται όλες οι σχετικές εξελίξεις στην τρίτη χώρα ή τον διεθνή οργανισμό. Η εκτελεστική πράξη προσδιορίζει την εδαφική και τομεακή εφαρμογή της, καθώς και, όπου συντρέχει περίπτωση, την εποπτική_αρχή ή τις αρχές που αναφέρονται στο στοιχείο β) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Η εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2.

4.   Η Επιτροπή παρακολουθεί σε συνεχή βάση εξελίξεις σε τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη λειτουργία αποφάσεων που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και αποφάσεων που εκδίδονται βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

5.   Η Επιτροπή, όταν οι υπάρχουσες πληροφορίες αποκαλύπτουν, κυρίως κατόπιν της επανεξέτασης που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, ότι μια τρίτη χώρα, έδαφος ή συγκεκριμένος τομέας σε τρίτη χώρα ή διεθνής_οργανισμός δεν διασφαλίζει πλέον επαρκές επίπεδο προστασίας κατά την έννοια της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, καταργεί, τροποποιεί ή αναστέλλει, στον βαθμό που είναι αναγκαίο, την απόφαση της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου μέσω εκτελεστικών πράξεων χωρίς αναδρομική ισχύ. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2.

Για δεόντως αιτιολογημένους επιτακτικούς λόγους επείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις άμεσης εφαρμογής σύμφωνα με τη διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 93 παράγραφος 3.

6.   Η Επιτροπή ξεκινά διαβουλεύσεις με την τρίτη χώρα ή τον διεθνή οργανισμό με σκοπό την επανόρθωση της κατάστασης απόρροια της οποίας είναι η απόφαση που έχει ληφθεί δυνάμει της παραγράφου 5.

7.   Η απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου δεν θίγει τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην τρίτη χώρα, στο έδαφος ή σε έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους τομείς στην εν λόγω τρίτη χώρα ή στον διεθνή οργανισμό σύμφωνα με τα άρθρα 46 έως 49.

8.   Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στον ιστότοπό της κατάλογο των τρίτων χωρών, εδαφών και συγκεκριμένων τομέων σε τρίτη χώρα, καθώς και των διεθνών οργανισμών, για τα οποία έχει αποφασίσει ότι διασφαλίζεται ή δεν διασφαλίζεται πλέον επαρκές επίπεδο προστασίας.

9.   Οι αποφάσεις που εκδίδονται από την Επιτροπή βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 της οδηγίας 95/46/ΕΚ παραμένουν σε ισχύ έως ότου τροποποιηθούν, αντικατασταθούν ή καταργηθούν με απόφαση της Επιτροπής εκδοθείσα σύμφωνα με την παράγραφο 3 ή 5 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 60

Συνεργασία μεταξύ της επικεφαλής εποπτικής αρχής και των άλλων ενδιαφερόμενων εποπτικών αρχών

1.   Η επικεφαλής εποπτική_αρχή συνεργάζεται με τις άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές σύμφωνα με το παρόν άρθρο με σκοπό να επιτύχει συναίνεση. Η επικεφαλής εποπτική_αρχή και οι ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές ανταλλάσουν μεταξύ τους κάθε συναφή πληροφορία.

2.   Η επικεφαλής εποπτική_αρχή μπορεί να ζητεί ανά πάσα στιγμή από άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές να παράσχουν αμοιβαία συνδρομή δυνάμει του άρθρου 61 και μπορεί να διεξάγει κοινές επιχειρήσεις δυνάμει του άρθρου 62, ιδίως για την εκτέλεση ερευνών ή για την παρακολούθηση της εφαρμογής μέτρου που αφορά υπεύθυνο επεξεργασίας ή εκτελούντα την επεξεργασία εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος.

3.   Η επικεφαλής εποπτική_αρχή ανακοινώνει χωρίς καθυστέρηση τις συναφείς πληροφορίες για το θέμα αυτό στις άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές. Υποβάλλει χωρίς καθυστέρηση σχέδιο απόφασης στις άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές προς διατύπωση γνώμης και λαμβάνει δεόντως υπόψη τις απόψεις τους.

4.   Εάν οποιαδήποτε από τις άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές, εντός προθεσμίας τεσσάρων εβδομάδων από την αίτηση γνωμοδότησης, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, προβάλλει σχετική_και_αιτιολογημένη_ένσταση για το σχέδιο απόφασης, η επικεφαλής εποπτική_αρχή, εάν δεν ακολουθήσει τη σχετική_και_αιτιολογημένη_ένσταση ή είναι της γνώμης ότι η ένσταση δεν είναι σχετική ή αιτιολογημένη, υποβάλλει το ζήτημα στον μηχανισμό συνεκτικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 63.

5.   Εάν η επικεφαλής εποπτική_αρχή σκοπεύει να ακολουθήσει τη διατυπωθείσα σχετική_και_αιτιολογημένη_ένσταση, υποβάλλει στις άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές αναθεωρημένο σχέδιο απόφασης για να εκφέρουν τη γνώμη τους. Αυτό το αναθεωρημένο σχέδιο απόφασης υπόκειται στη διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 4, εντός προθεσμίας δύο εβδομάδων.

6.   Όταν καμία από τις άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές δεν έχει διατυπώσει ένσταση για το σχέδιο απόφασης που υπέβαλε η επικεφαλής εποπτική_αρχή εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στις παραγράφους 4 και 5, τεκμαίρεται ότι η επικεφαλής εποπτική_αρχή και οι ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές συμφωνούν με το εν λόγω σχέδιο απόφασης και δεσμεύονται από αυτό.

7.   Η επικεφαλής εποπτική_αρχή εκδίδει και κοινοποιεί την απόφαση στην κύρια ή, αναλόγως, τη μόνη εγκατάσταση του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία και ενημερώνει τις άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές και το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων για την απόφαση αυτή, παρέχοντας μεταξύ άλλων σύνοψη των πραγματικών περιστατικών και των νομικών ισχυρισμών. Η εποπτική_αρχή στην οποία έχει υποβληθεί καταγγελία ενημερώνει τον καταγγέλλοντα σχετικά με την απόφαση.

8.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 7, εάν μια καταγγελία έχει κριθεί απαράδεκτη ή έχει απορριφθεί, η εποπτική_αρχή προς την οποία υποβλήθηκε η καταγγελία εκδίδει την απόφαση, την κοινοποιεί στον καταγγέλλοντα και ενημερώνει σχετικά τον υπεύθυνο επεξεργασίας.

9.   Εάν η επικεφαλής εποπτική_αρχή και οι ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές συμφωνούν να κρίνουν απαράδεκτα ή να απορρίψουν τμήματα μιας καταγγελίας και να ενεργήσουν ως προς άλλα τμήματα της ίδιας καταγγελίας, εκδίδεται χωριστή απόφαση για καθένα από τα τμήματα αυτά. Η επικεφαλής εποπτική_αρχή εκδίδει την απόφαση για το τμήμα που αφορά ενέργειες του υπευθύνου επεξεργασίας, την κοινοποιεί στην κύρια ή τη μόνη εγκατάσταση του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους και ενημερώνει σχετικά τον καταγγέλλοντα, ενώ η εποπτική_αρχή του καταγγέλλοντος εκδίδει την απόφαση για το τμήμα αναφορικά με το απαράδεκτο ή την απόρριψη της εν λόγω καταγγελίας και την κοινοποιεί στον εν λόγω καταγγέλλοντα και ενημερώνει σχετικά τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία.

10.   Μετά την κοινοποίηση της απόφασης της επικεφαλής εποπτικής αρχής σύμφωνα με τις παραγράφους 7 και 9, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με την απόφαση όσον αφορά τις δραστηριότητες επεξεργασίας σε όλες τις εγκαταστάσεις του στην Ένωση. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία κοινοποιεί τα ληφθέντα μέτρα για τη συμμόρφωση με την απόφαση στην επικεφαλής εποπτική_αρχή, η οποία ενημερώνει τις άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές.

11.   Εάν, σε έκτακτες περιστάσεις, μια ενδιαφερόμενη εποπτική_αρχή έχει λόγους να κρίνει ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη λήψης μέτρων για να προστατευθούν τα συμφέροντα των υποκειμένων των δεδομένων, εφαρμόζεται η επείγουσα διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 66.

12.   Η επικεφαλής εποπτική_αρχή και οι άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές παρέχουν τις πληροφορίες που απαιτούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου σε κάθε άλλη αρχή με ηλεκτρονικά μέσα, χρησιμοποιώντας τυποποιημένο μορφότυπο.

Άρθρο 61

Αμοιβαία συνδρομή

1.   Οι εποπτικές αρχές παρέχουν η μια στην άλλη σχετικές πληροφορίες και αμοιβαία συνδρομή, ώστε να υλοποιήσουν και να εφαρμόσουν τον παρόντα κανονισμό με συνεκτικό τρόπο, και θεσπίζουν μέτρα για την αποτελεσματική συνεργασία τους. Η αμοιβαία συνδρομή καλύπτει, ιδίως, αιτήματα παροχής πληροφοριών και μέτρα ελέγχου, παραδείγματος χάρη αιτήματα για προηγούμενες διαβουλεύσεις και εγκρίσεις, ελέγχους και έρευνες.

2.   Κάθε εποπτική_αρχή λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα που απαιτούνται για να απαντήσει σε αίτημα άλλης εποπτικής αρχής αμελλητί και το αργότερο ένα μήνα μετά την παραλαβή του αιτήματος. Τα εν λόγω μέτρα μπορεί να περιλαμβάνουν, ιδίως, τη διαβίβαση σχετικών πληροφοριών όσον αφορά τη διενέργεια έρευνας.

3.   Τα αιτήματα παροχής συνδρομής περιέχουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, μεταξύ αυτών τον σκοπό και τους λόγους υποβολής του αιτήματος. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται χρησιμοποιούνται μόνο για τον σκοπό για τον οποίο ζητήθηκαν.

4.   Εποπτική αρχή στην οποία υποβλήθηκε αίτημα δεν αρνείται να συμμορφωθεί προς το αίτημα, παρά μόνο εάν:

α)

δεν είναι αρμόδια για το αντικείμενο του αιτήματος ή για μέτρα που πρέπει να εκτελέσει ή

β)

η συμμόρφωση προς το αίτημα θα παραβίαζε τον παρόντα κανονισμό ή το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο κράτους μέλους στο οποίο υπόκειται η εποπτική_αρχή που λαμβάνει το αίτημα.

5.   Η εποπτική_αρχή στην οποία υποβλήθηκε το αίτημα ενημερώνει την εποπτική_αρχή που υπέβαλε το αίτημα για τα αποτελέσματα ή, ανάλογα με την περίπτωση, για την πρόοδο των μέτρων που έλαβε για να ανταποκριθεί στο αίτημα. Η εποπτική_αρχή στην οποία υποβλήθηκε το αίτημα εξηγεί τους λόγους για οποιαδήποτε άρνηση συμμόρφωσης προς αίτημα δυνάμει της παραγράφου 4.

6.   Οι εποπτικές αρχές στις οποία υποβλήθηκε αίτημα παρέχουν, κατά κανόνα, τις πληροφορίες που ζητούνται από άλλες εποπτικές αρχές με ηλεκτρονικά μέσα, χρησιμοποιώντας τυποποιημένο μορφότυπο.

7.   Οι εποπτικές αρχές στις οποία υποβλήθηκε αίτημα δεν επιβάλλουν τέλος για οποιαδήποτε ενέργεια στην οποία προέβησαν σε συνέχεια αιτήματος αμοιβαίας συνδρομής. Οι εποπτικές αρχές δύνανται να συμφωνούν κανόνες σχετικούς με αποζημίωση για συγκεκριμένες δαπάνες που προκύπτουν από την παροχή αμοιβαίας συνδρομής σε εξαιρετικές περιστάσεις.

8.   Εάν μια εποπτική_αρχή δεν παράσχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου πληροφορίες εντός μηνός από την παραλαβή του αιτήματος άλλης εποπτικής αρχής, η εποπτική_αρχή που υπέβαλε το αίτημα δύναται να θεσπίσει προσωρινό μέτρο στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται σύμφωνα με το άρθρο 55 παράγραφος 1. Στην περίπτωση αυτή, θεωρείται ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη λήψης μέτρων βάσει του άρθρο 66 παράγραφος 1 και απαιτείται επείγουσα δεσμευτική απόφαση του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 2.

9.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να προσδιορίσει τον μορφότυπο και τις διαδικασίες για την αμοιβαία συνδρομή που αναφέρεται στο παρόν άρθρο και τις ρυθμίσεις για την ανταλλαγή πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα μεταξύ ελεγκτικών αρχών και μεταξύ ελεγκτικών αρχών και του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, ιδίως δε τον τυποποιημένο μορφότυπο που αναφέρεται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 93 παράγραφος 2.

Άρθρο 62

Κοινές επιχειρήσεις αρχών ελέγχου

1.   Οι εποπτικές αρχές πραγματοποιούν, όταν χρειάζεται, κοινές επιχειρήσεις, μεταξύ άλλων και κοινές έρευνες και κοινά μέτρα επιβολής, στα οποία συμμετέχουν μέλη ή υπάλληλοι από εποπτικές αρχές άλλων κρατών μελών.

2.   Όταν ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία είναι εγκατεστημένος σε πολλά κράτη μέλη ή σε περιπτώσεις στις οποίες σημαντικός αριθμός υποκειμένων των δεδομένων σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη ενδέχεται να επηρεάζονται σημαντικά από πράξεις επεξεργασίας, μια εποπτική_αρχή από καθένα από αυτά τα κράτη μέλη δικαιούται να συμμετέχει στις κοινές επιχειρήσεις. Η εποπτική_αρχή που είναι αρμόδια δυνάμει του άρθρου 56 παράγραφος 1 ή 4, καλεί τις εποπτικές αρχές εκάστου εκ των εν λόγω κρατών μελών να λάβουν μέρος στις κοινές επιχειρήσεις και απαντά αμελλητί στο αίτημα εποπτικής αρχής για συμμετοχή.

3.   Η εποπτική_αρχή μπορεί, σε συμφωνία με το δίκαιο του κράτους μέλους και με την έγκριση της εποπτικής αρχής απόσπασης, να απονέμει εξουσίες, περιλαμβανομένων εξουσιών έρευνας, στα μέλη ή στους υπαλλήλους της εποπτικής αρχής απόσπασης που συμμετέχουν σε κοινές επιχειρήσεις ή, εφόσον το επιτρέπει το δίκαιο του κράτους μέλους της εποπτικής αρχής υποδοχής, να επιτρέπει στα μέλη ή στους υπαλλήλους της εποπτικής αρχής απόσπασης να ασκούν τις εξουσίες τους έρευνας σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους της εποπτικής αρχής απόσπασης. Οι εν λόγω εξουσίες έρευνας μπορούν να ασκούνται μόνο υπό την καθοδήγηση και παρουσία μελών ή υπαλλήλων της εποπτικής αρχής υποδοχής. Τα μέλη ή οι υπάλληλοι της εποπτικής αρχής απόσπασης υπάγονται στο δίκαιο του κράτους μέλους της εποπτικής αρχής υποδοχής.

4.   Όταν, σύμφωνα με την παράγραφο 1, το προσωπικό της εποπτικής αρχής απόσπασης ενεργεί σε άλλο κράτος μέλος, το κράτος μέλος της εποπτικής αρχής υποδοχής αναλαμβάνει την ευθύνη για τις πράξεις τους, περιλαμβανομένης και εκείνης για οποιαδήποτε ζημία προκαλέσει κατά τη διάρκεια των εκεί δραστηριοτήτων του, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ενεργεί.

5.   Το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου προκαλείται η ζημία την αποκαθιστά υπό τους όρους που ισχύουν για τις ζημίες που προκαλεί το προσωπικό του. Το κράτος μέλος της εποπτικής αρχής απόσπασης του οποίου το προσωπικό προκάλεσε ζημία σε οποιοδήποτε πρόσωπο στο έδαφος άλλου κράτους μέλους επιστρέφει στο εν λόγω άλλο κράτος μέλος το σύνολο των ποσών που κατέβαλε στους δικαιούχους.

6.   Με την επιφύλαξη της άσκησης των δικαιωμάτων του έναντι τρίτων και κατ' εξαίρεση από την παράγραφο 5, κάθε κράτος μέλος παραιτείται, στην περίπτωση της παραγράφου 1, από τη δυνατότητα να ζητήσει από άλλο κράτος μέλος αποζημίωση για ζημίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4.

7.   Εάν πρόκειται να πραγματοποιηθεί κοινή επιχείρηση και μια εποπτική_αρχή δεν συμμορφώνεται εντός προθεσμίας ενός μηνός προς την υποχρέωση που προβλέπεται στη δεύτερη περίοδο της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, οι υπόλοιπες εποπτικές αρχές δύνανται να θεσπίσουν προσωρινό μέτρο στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υπάγονται σύμφωνα με το άρθρο 55. Στην περίπτωση αυτή, θεωρείται ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη λήψης μέτρων βάσει του άρθρο 66 παράγραφος 1 και απαιτείται γνώμη ή επείγουσα δεσμευτική απόφαση του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 2.

Τμήμα 2

Συνεκτικότητα

Άρθρο 64

Γνώμη του Συμβουλίου

1.   Το Συμβούλιο εκδίδει γνώμη όποτε μια αρμόδια εποπτική_αρχή προτίθεται να θεσπίσει οποιοδήποτε από τα κατωτέρω μέτρα. Για τον σκοπό αυτό, η αρμόδια εποπτική_αρχή ανακοινώνει το σχέδιο απόφασης στο Συμβούλιο, όταν:

α)

αποσκοπεί στην έγκριση καταλόγου πράξεων επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία των δεδομένων δυνάμει του άρθρου 35 παράγραφος 4,

β)

αφορά ζήτημα δυνάμει του άρθρου 40 παράγραφος 7 του κατά πόσο ένα σχέδιο κώδικα δεοντολογίας ή μια τροποποίηση ή επέκταση κώδικα δεοντολογίας συνάδει με τον παρόντα κανονισμό,

γ)

αποσκοπεί στην έγκριση των κριτηρίων για τη διαπίστευση φορέα σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 3 ή φορέα πιστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 3,

δ)

αποσκοπεί στον καθορισμό των τυποποιημένων ρητρών προστασίας δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 στοιχείο δ) και στο άρθρο 28 παράγραφος 8,

ε)

αποσκοπεί στην έγκριση συμβατικών ρητρών του άρθρου 46 παράγραφος 3 στοιχείο α) ή

στ)

αποσκοπεί στην έγκριση δεσμευτικών εταιρικών κανόνων κατά την έννοια του άρθρου 47.

2.   Κάθε εποπτική_αρχή, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων ή η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει την εξέταση οποιουδήποτε ζητήματος γενικής εφαρμογής ή ζητήματος που παράγει αποτελέσματα σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη από το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων, με σκοπό τη έκδοση γνωμοδότησης, ιδίως όταν αρμόδια εποπτική_αρχή δεν συμμορφώνεται προς τις υποχρεώσεις περί αμοιβαίας συνδρομής σύμφωνα με το άρθρο 61 ή περί κοινών επιχειρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 62.

3.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων εκδίδει γνώμη σχετικά με το αντικείμενο που του υποβάλλεται, εφόσον δεν έχει ήδη εκδώσει γνώμη επί του ίδιου θέματος. Η γνώμη αυτή εκδίδεται εντός προθεσμίας οκτώ εβδομάδων με απλή πλειοψηφία των μελών του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί κατά έξι ακόμα εβδομάδες, λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα του θέματος. Όσον αφορά το σχέδιο απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και κοινοποιείται στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου σύμφωνα με την παράγραφο 5, ένα μέλος που δεν έχει προβάλει αντιρρήσεις εντός εύλογης προθεσμίας που ορίζεται από τον πρόεδρο θεωρείται ότι συμφωνεί με το σχέδιο απόφασης.

4.   Οι εποπτικές αρχές και η Επιτροπή, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, ανακοινώνουν ηλεκτρονικά, χρησιμοποιώντας τυποποιημένο μορφότυπο, στο Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων κάθε σχετική πληροφορία, συμπεριλαμβανομένων, ανάλογα με την περίπτωση, της σύνοψης των πραγματικών περιστατικών, του σχεδίου απόφασης, των λόγων για τους οποίους η εφαρμογή του εν λόγω μέτρου είναι αναγκαία και των απόψεων άλλων ενδιαφερόμενων εποπτικών αρχών.

5.   Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων ενημερώνει αμελλητί με ηλεκτρονικό τρόπο:

α)

τα μέλη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων και την Επιτροπή για κάθε σχετική πληροφορία που του έχει ανακοινωθεί, χρησιμοποιώντας τυποποιημένο μορφότυπο. Η γραμματεία του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων παρέχει μεταφράσεις των σχετικών πληροφοριών, εφόσον απαιτείται, και

β)

την εποπτική_αρχή που αναφέρεται, ανάλογα με την περίπτωση, στις παραγράφους 1 και 2, καθώς και την Επιτροπή ως προς τη γνώμη, και τη δημοσιοποιεί.

6.   Η αρμόδια εποπτική_αρχή δεν εγκρίνει το σχέδιο απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 3.

7.   Η εποπτική_αρχή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων και, εντός δύο εβδομάδων από την παραλαβή της γνώμης, ανακοινώνει στον Πρόεδρο του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων με ηλεκτρονικά μέσα κατά πόσο θα διατηρήσει ή θα τροποποιήσει το σχέδιο απόφασης και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, το τροποποιημένο σχέδιο απόφασης, χρησιμοποιώντας τυποποιημένο μορφότυπο.

8.   Όταν η ενδιαφερόμενη εποπτική_αρχή ενημερώνει τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου, ότι δεν προτίθεται να ακολουθήσει τη γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, στο σύνολό της ή εν μέρει, παρέχοντας τη σχετική αιτιολογία, εφαρμόζεται το άρθρο 65 παράγραφος 1.

Άρθρο 65

Επίλυση διαφορών από το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων

1.   Προκειμένου να διασφαλίζεται η ορθή και συνεκτική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού σε μεμονωμένες περιπτώσεις, το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων εκδίδει δεσμευτική απόφαση στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν, στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 60 παράγραφος 4, η ενδιαφερόμενη εποπτική_αρχή έχει διατυπώσει σχετική_και_αιτιολογημένη_ένσταση ως προς σχέδιο απόφασης της επικεφαλής αρχής ή η επικεφαλής αρχή έχει απορρίψει την εν λόγω ένσταση ως μη σχετική ή αιτιολογημένη. Η δεσμευτική απόφαση αφορά όλα τα θέματα που αποτελούν το αντικείμενο της σχετικής και αιτιολογημένης ένστασης, ιδίως όταν υπάρχει παράβαση του παρόντος κανονισμού,

β)

όταν υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις σχετικά με το ποια από τις ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές είναι αρμόδια για την κύρια_εγκατάσταση,

γ)

εάν μια αρμόδια εποπτική_αρχή δεν ζητήσει τη γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 64 παράγραφος 1 ή δεν ακολουθήσει τη γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 64. Στην περίπτωση αυτή, κάθε ενδιαφερόμενη εποπτική_αρχή ή η Επιτροπή μπορεί να ανακοινώσει το θέμα στο Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων.

2.   Η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 εκδίδεται εντός μηνός από την παραπομπή του θέματος με πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων. Η συγκεκριμένη προθεσμία μπορεί να παραταθεί κατά έναν ακόμα μήνα, λόγω της πολυπλοκότητας του αντικειμένου. Η αναφερόμενη στην παράγραφο 1 απόφαση είναι αιτιολογημένη και απευθύνεται στην επικεφαλής εποπτική_αρχή και όλες τις ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές και είναι δεσμευτική για αυτές.

3.   Όταν το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων δεν είναι σε θέση να λάβει απόφαση εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 2, εκδίδει την απόφασή του εντός δύο εβδομάδων από τη λήξη του δεύτερου μήνα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 με απλή πλειοψηφία των μελών του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων. Όταν τα μέλη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων δεν συμφωνούν, η απόφαση αυτή εκδίδεται με την ψήφο του Προέδρου του.

4.   Οι ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές δεν εκδίδουν απόφαση σχετικά με το θέμα που υποβάλλεται στο Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων βάσει της παραγράφου 1 κατά τη διάρκεια των προθεσμιών που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3.

5.   Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων κοινοποιεί, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 προς τις ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές. Ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή. Η απόφαση δημοσιεύεται χωρίς καθυστέρηση στον ιστότοπο του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, αφού η εποπτική_αρχή κοινοποιήσει την τελική απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 6.

6.   Η επικεφαλής εποπτική_αρχή ή, ανάλογα με την περίπτωση, η εποπτική_αρχή στην οποία υποβλήθηκε η καταγγελία λαμβάνει την τελική της απόφαση επί τη βάσει της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και το αργότερο ένα μήνα αφού το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων έχει κοινοποιήσει την απόφασή του. Η επικεφαλής εποπτική_αρχή ή, ανάλογα με την περίπτωση, η εποπτική_αρχή στην οποία υποβλήθηκε η καταγγελία ενημερώνει το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων για την ημερομηνία κατά την οποία η τελική της απόφαση κοινοποιείται στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία και στο υποκείμενο των δεδομένων αντίστοιχα. Η τελική απόφαση των ενδιαφερόμενων εποπτικών αρχών λαμβάνεται σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 60 παράγραφοι 7, 8 και 9. Η τελική απόφαση παραπέμπει στην απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και διευκρινίζει ότι η απόφαση που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο θα δημοσιευθεί στον ιστότοπο του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου. Στην τελική απόφαση επισυνάπτεται η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 66

Επείγουσα διαδικασία

1.   Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν μια ενδιαφερόμενη εποπτική_αρχή θεωρεί ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη λήψης μέτρων για να προστατευθούν τα δικαιώματα και οι ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων, δύναται, κατά παρέκκλιση από τον μηχανισμό συνεκτικότητας των άρθρων 63, 64 και 65 ή τη διαδικασία του άρθρου 60, να θεσπίσει πάραυτα προσωρινά μέτρα που προορίζονται να παράγουν νομικά αποτελέσματα εντός της επικράτειάς της, με συγκεκριμένη διάρκεια ισχύος η οποία δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες. Η εποπτική_αρχή ανακοινώνει αμελλητί τα εν λόγω μέτρα, καθώς και την αιτιολόγηση για τη θέσπισή τους, στις υπόλοιπες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές, στο Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων και στην Επιτροπή.

2.   Εάν εποπτική_αρχή έχει λάβει μέτρο δυνάμει της παραγράφου 1 και θεωρεί ότι απαιτούνται επειγόντως οριστικά μέτρα, μπορεί να ζητήσει την έκδοση επείγουσας γνώμης ή επείγουσας δεσμευτικής απόφασης από το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων, αιτιολογώντας τη σχετική αίτηση για γνώμη ή απόφαση.

3.   Κάθε εποπτική_αρχή μπορεί να ζητήσει την έκδοση επείγουσας γνώμης ή δεσμευτικής απόφασης, ανάλογα με την περίπτωση, από το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων, όταν δεν έχουν ληφθεί τα κατάλληλα μέτρα από αρμόδια εποπτική_αρχή σε περίπτωση στην οποία απαιτείται επειγόντως η λήψη μέτρων για την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των υποκειμένων των δεδομένων, αιτιολογώντας τη σχετική αίτηση για γνώμη ή απόφαση, μεταξύ άλλων και την επείγουσα ανάγκη λήψης μέτρων.

4.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 64 παράγραφος 3 και το άρθρο 65 παράγραφος 2, η επείγουσα γνώμη ή η επείγουσα δεσμευτική απόφαση κατά τις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου εκδίδεται εντός δύο εβδομάδων με απλή πλειοψηφία των μελών του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων.

Άρθρο 70

Καθήκοντα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων

1.   Το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων διασφαλίζει τη συνεκτική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Για τον σκοπό αυτό, το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων, με δική του πρωτοβουλία ή, κατά περίπτωση, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, ιδίως:

α)

παρακολουθεί και διασφαλίζει την ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού στις περιπτώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 64 και 65, με την επιφύλαξη των καθηκόντων των εθνικών εποπτικών αρχών,

β)

συμβουλεύει την Επιτροπή για κάθε ζήτημα σχετικό με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση, συμπεριλαμβανομένης κάθε προτεινόμενης τροποποίησης του παρόντος κανονισμού,

γ)

συμβουλεύει την Επιτροπή σχετικά με τον μορφότυπο και τις διαδικασίες για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ υπευθύνων επεξεργασίας, εκτελούντων την επεξεργασία και εποπτικών αρχών για τους δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες,

δ)

εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές σχετικά με τις διαδικασίες για τη διαγραφή συνδέσμων, αντιγράφων ή αναπαραγωγών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από υπηρεσίες επικοινωνιών διαθέσιμες στο κοινό, όπως αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 2,

ε)

εξετάζει, με δική του πρωτοβουλία, κατόπιν αιτήματος ενός εκ των μελών του ή κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, κάθε ζήτημα το οποίο αφορά στην εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές, με σκοπό να ενθαρρύνει τη συνεκτική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού,

στ)

εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές σύμφωνα με το στοιχείο ε) της παρούσας παραγράφου για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των προϋποθέσεων για τη λήψη αποφάσεων που βασίζονται σε κατάρτιση_προφίλ δυνάμει του άρθρου 22 παράγραφος 2,

ζ)

εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές σύμφωνα με το στοιχείο ε) της παρούσας παραγράφου σχετικά με τη διαπίστωση των παραβίασεων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τον καθορισμό της αμελλητί δράσης που αναφέρεται στο άρθρο 33 παράγραφοι 1 και 2 και σχετικά με τις ειδικές συνθήκες υπό τις οποίες ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία υποχρεούται να κοινοποιήσει την παραβίαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,

η)

εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές σύμφωνα με το στοιχείο ε) της παρούσας παραγράφου όσον αφορά τις συνθήκες υπό τις οποίες η παραβίαση_δεδομένων_προσωπικού_χαρακτήρα ενδέχεται να έχει ως αποτέλεσμα υψηλό κίνδυνο για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 1,

θ)

εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές σύμφωνα με το στοιχείο ε) της παρούσας παραγράφου για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των απαιτήσεων για τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που βασίζονται σε δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες που τηρούν οι υπεύθυνοι επεξεργασίας και δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες που τηρούν οι υπεύθυνοι επεξεργασίας και των περαιτέρω αναγκαίων απαιτήσεων, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των οικείων υποκειμένων των δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 47,

ια)

εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές σύμφωνα με το στοιχείο ε) της παρούσας παραγράφου για τους σκοπούς του περαιτέρω προσδιορισμού των κριτηρίων και των απαιτήσεων για τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του άρθρου 49 παράγραφος 1,

ιβ)

εκπονεί κατευθυντήριες γραμμές για τις εποπτικές αρχές όσον αφορά την εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 58 παράγραφοι 1, 2 και 3 και τον καθορισμό διοικητικών προστίμων δυνάμει του άρθρου 83,

ιγ)

εξετάζει την πρακτική εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών, των συστάσεων και των βέλτιστων πρακτικών που αναφέρονται στα στοιχεία ε) και στ),

ιδ)

εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές σύμφωνα με το στοιχείο ε) της παρούσας παραγράφου για την εκπόνηση κοινών διαδικασιών για την αναφορά από φυσικά πρόσωπα παραβάσεων του παρόντος κανονισμού βάσει του άρθρου 54 παράγραφος 2,

ιε)

ενθαρρύνει την κατάρτιση κωδίκων δεοντολογίας και τη θέσπιση μηχανισμών πιστοποίησης προστασίας δεδομένων και σφραγίδων και σημάτων προστασίας δεδομένων δυνάμει των άρθρων 40 και 42,

ιστ)

εκτελεί τη διαπίστευση των φορέων πιστοποίησης και την περιοδική επανεξέτασή της δυνάμει του άρθρου 43 και τηρεί δημόσιο μητρώο των διαπιστευμένων φορέων σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 6 και των διαπιστευμένων υπευθύνων επεξεργασίας ή των εκτελούντων την επεξεργασία που είναι εγκατεστημένοι σε τρίτες χώρες σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 7,

ιζ)

προσδιορίζει τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 3 προκειμένου για τη διαπίστευση των φορέων πιστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 42,

ιη)

γνωμοδοτεί στην Επιτροπή σχετικά με τις απαιτήσεις πιστοποίησης που αναφέρονται στο άρθροου 43 παράγραφος 8,

ιθ)

γνωμοδοτεί στην Επιτροπή σχετικά με τα εικονίδια που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 7,

κ)

παρέχει στην Επιτροπή γνωμοδότηση για την εκτίμηση της επάρκειας του επιπέδου προστασίας σε τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό, συμπεριλαμβανομένης της εκτίμησης του κατά πόσο μια τρίτη χώρα, ένα έδαφος ή ένας ή περισσότεροι συγκεκριμένοι τομείς στην εν λόγω τρίτη χώρα ή ένας διεθνής_οργανισμός δεν διασφαλίζει πλέον επαρκές επίπεδο προστασίας. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή παρέχει στο Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων όλη την απαραίτητη τεκμηρίωση, συμπεριλαμβανομένης της αλληλογραφίας με την κυβέρνηση της τρίτης χώρας, όσον αφορά την εν λόγω τρίτη χώρα, το έδαφος ή τον συγκεκριμένο τομέα ή τον διεθνή οργανισμό,

κα)

εκδίδει γνώμες για σχέδια αποφάσεων των εποπτικών αρχών δυνάμει του μηχανισμού συνεκτικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 64 παράγραφος 1 και για ζητήματα που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 64 παράγραφος 2 και εκδίδει δεσμευτικές αποφάσεις δυνάμει του άρθρου 65, μεταξύ άλλων στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 66,

κβ)

προωθεί τη συνεργασία και την αποτελεσματική διμερή και πολυμερή ανταλλαγή πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των εποπτικών αρχών,

κγ)

προωθεί κοινά προγράμματα κατάρτισης και διευκολύνει τις ανταλλαγές υπαλλήλων μεταξύ εποπτικών αρχών και, κατά περίπτωση, με τις εποπτικές αρχές τρίτων χωρών ή με διεθνείς οργανισμούς,

κδ)

προωθεί την ανταλλαγή γνώσεων και τεκμηρίωσης σχετικά με τη νομοθεσία και την πρακτική στον τομέα της προστασίας δεδομένων με τις εποπτικές αρχές προστασίας δεδομένων ανά τον κόσμο,

κε)

γνωμοδοτεί επί των κωδίκων δεοντολογίας που εκπονούνται σε επίπεδο Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 9 και

κστ)

διατηρεί δημόσια προσβάσιμο ηλεκτρονικό μητρώο των αποφάσεων που λαμβάνονται από τις εποπτικές αρχές και τα δικαστήρια για ζητήματα που εξετάζονται στο πλαίσιο του μηχανισμού συνεκτικότητας.

2.   Όταν η Επιτροπή ζητεί τη συμβουλή του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, μπορεί να αναφέρει ενδεικτικά προθεσμία, λαμβάνοντας υπόψη τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος.

3.   Το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων διαβιβάζει τις γνώμες, τις κατευθυντήριες γραμμές, τις συστάσεις και τις βέλτιστες πρακτικές που εκδίδει στην Επιτροπή και στην επιτροπή του άρθρου 93 και τις δημοσιοποιεί.

4.   Όπου είναι σκόπιμο, το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων ζητεί τη γνώμη των ενδιαφερόμενων μέρων και τους δίνει την ευκαιρία να υποβάλουν παρατηρήσεις μέσα σε εύλογη προθεσμία. Το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων, με την επιφύλαξη του άρθρου 76, κοινοποιεί τα αποτελέσματα της διαβούλευσης.

Άρθρο 85

Επεξεργασία και ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης

1.   Τα κράτη μέλη διά νόμου συμβιβάζουν το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού με το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης και πληροφόρησης, συμπεριλαμβανομένης της επεξεργασίας για δημοσιογραφικούς σκοπούς και για σκοπούς πανεπιστημιακής, καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής έκφρασης.

2.   Για την επεξεργασία που διενεργείται για δημοσιογραφικούς σκοπούς ή για σκοπούς ακαδημαϊκής, καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής έκφρασης, τα κράτη μέλη προβλέπουν εξαιρέσεις ή παρεκκλίσεις από το κεφάλαιο ΙΙ (αρχές), το κεφάλαιο ΙΙΙ (δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων), το κεφάλαιο IV (υπεύθυνος επεξεργασίας και εκτελών την επεξεργασία), το κεφάλαιο V (διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς), το κεφάλαιο VI (ανεξάρτητες εποπτικές αρχές), το κεφάλαιο VII (συνεργασία και συνεκτικότητα) και το κεφάλαιο ΙΧ (ειδικές περιπτώσεις επεξεργασίας δεδομένων), εφόσον αυτές είναι αναγκαίες για να συμβιβαστεί το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με την ελευθερία της έκφρασης και πληροφόρησης.

3.   Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή τις διατάξεις που θεσπίζει στο δίκαιό του δυνάμει της παραγράφου 2 και, χωρίς καθυστέρηση, κάθε επακόλουθο τροποποιητικό νόμο ή τροποποίησή τους.

Άρθρο 99

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Τίθεται σε εφαρμογή από τις 25 Μαΐου 2018.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 27 Απριλίου 2016.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

J.A. HENNIS-PLASSCHAERT


(1)  ΕΕ C 229 της 31.7.2012, σ. 90.

(2)  ΕΕ C 391 της 18.12.2012, σ. 127.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 8ης Απριλίου 2016 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Απριλίου 2016.

(4)  Οδηγία 95/46/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(5)  Σύσταση της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων [C(2003) 1422] (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).

(6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(7)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαισίου 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (βλέπε σελίδα 89 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(8)  Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») (ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1).

(9)  Οδηγία 2011/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2011, περί εφαρμογής των δικαιωμάτων των ασθενών στο πλαίσιο της διασυνοριακής υγειονομικής περίθαλψης (ΕΕ L 88 της 4.4.2011, σ. 45).

(10)  Οδηγία 93/13/EOK του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ L 95 της 21.4.1993, σ. 29).

(11)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1338/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές στους τομείς της δημόσιας υγείας και της υγείας και ασφάλειας στην εργασία (ΕΕ L 354 της 31.12.2008, σ. 70).

(12)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 351 της 20.12.2012, σ. 1).

(14)  Οδηγία 2003/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 2003, για την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα (ΕΕ L 345 της 31.12.2003, σ. 90).

(15)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 536/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για τις κλινικές δοκιμές φαρμάκων που προορίζονται για τον άνθρωπο και για την κατάργηση της οδηγίας 2001/20/ΕΚ (ΕΕ L 158 της 27.5.2014, σ. 1).

(16)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1101/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση στη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πληροφοριών που καλύπτονται από το στατιστικό απόρρητο, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές και της απόφασης 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου για τη σύσταση επιτροπής του στατιστικού προγράμματος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 164).

(17)  ΕΕ C 192 της 30.6.2012, σ. 7.

(18)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(19)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/1535 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Σεπτεμβρίου 2015, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (ΕΕ L 241 της 17.9.2015, σ. 1).

(20)  Kανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 του Συμβουλίου (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30).

(21)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43).


whereas

dal 2004 diritto e informatica