search


interactive GDPR 2016/0679 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2016/0679 EL jump to: cercato: 'εξέταση' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


index εξέταση:


whereas εξέταση:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 1416

 

Άρθρο 28

Εκτελών την επεξεργασία

1.   Όταν η επεξεργασία πρόκειται να διενεργηθεί για λογαριασμό υπευθύνου επεξεργασίας, ο υπεύθυνος επεξεργασίας χρησιμοποιεί μόνο εκτελούντες την επεξεργασία που παρέχουν επαρκείς διαβεβαιώσεις για την εφαρμογή κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων, κατά τρόπο ώστε η επεξεργασία να πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και να διασφαλίζεται η προστασία των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων.

2.   Ο εκτελών την επεξεργασία δεν προσλαμβάνει άλλον εκτελούντα την επεξεργασία χωρίς προηγούμενη ειδική ή γενική γραπτή άδεια του υπευθύνου επεξεργασίας. Σε περίπτωση γενικής γραπτής άδειας, ο εκτελών την επεξεργασία ενημερώνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας για τυχόν σκοπούμενες αλλαγές που αφορούν την προσθήκη ή την αντικατάσταση των άλλων εκτελούντων την επεξεργασία, παρέχοντας με τον τρόπο αυτό τη δυνατότητα στον υπεύθυνο επεξεργασίας να αντιταχθεί σε αυτές τις αλλαγές.

3.   Η επεξεργασία από τον εκτελούντα την επεξεργασία διέπεται από σύμβαση ή άλλη νομική πράξη υπαγόμενη στο δίκαιο της Ένωσης ή του κράτους μέλους, που δεσμεύει τον εκτελούντα την επεξεργασία σε σχέση με τον υπεύθυνο επεξεργασίας και καθορίζει το αντικείμενο και τη διάρκεια της επεξεργασίας, τη φύση και τον σκοπό της επεξεργασίας, το είδος των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τις κατηγορίες των υποκειμένων των δεδομένων και τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα του υπευθύνου επεξεργασίας. Η εν λόγω σύμβαση ή άλλη νομική πράξη προβλέπει ειδικότερα ότι ο εκτελών την επεξεργασία:

α)

επεξεργάζεται τα δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα μόνο βάσει καταγεγραμμένων εντολών του υπευθύνου επεξεργασίας, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό, εκτός εάν υποχρεούται προς τούτο βάσει του δικαίου της Ένωσης ή του δικαίου του κράτους μέλους στο οποίο υπόκειται ο εκτελών την επεξεργασία· σε αυτήν την περίπτωση, ο εκτελών την επεξεργασία ενημερώνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας για την εν λόγω νομική απαίτηση πριν από την επεξεργασία, εκτός εάν το εν λόγω δίκαιο απαγορεύει αυτού του είδους την ενημέρωση για σοβαρούς λόγους δημόσιου συμφέροντος,

β)

διασφαλίζει ότι τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να επεξεργάζονται τα δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα έχουν αναλάβει δέσμευση τήρησης εμπιστευτικότητας ή τελούν υπό τη δέουσα κανονιστική υποχρέωση τήρησης εμπιστευτικότητας,

γ)

λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα δυνάμει του άρθρου 32,

δ)

τηρεί τους όρους που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 4 για την πρόσληψη άλλου εκτελούντος την επεξεργασία,

ε)

λαμβάνει υπόψη τη φύση της επεξεργασίας και επικουρεί τον υπεύθυνο επεξεργασίας με τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα, στον βαθμό που αυτό είναι δυνατό, για την εκπλήρωση της υποχρέωσης του υπευθύνου επεξεργασίας να απαντά σε αιτήματα για άσκηση των προβλεπόμενων στο κεφάλαιο III δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων,

στ)

συνδράμει τον υπεύθυνο επεξεργασίας στη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα άρθρα 32 έως 36, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση της επεξεργασίας και τις πληροφορίες που διαθέτει ο εκτελών την επεξεργασία,

ζ)

κατ' επιλογή του υπευθύνου επεξεργασίας, διαγράφει ή επιστρέφει όλα τα δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα στον υπεύθυνο επεξεργασίας μετά το πέρας της παροχής υπηρεσιών επεξεργασίας και διαγράφει τα υφιστάμενα αντίγραφα, εκτός εάν το δίκαιο της Ένωσης ή του κράτους μέλους απαιτεί την αποθήκευση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,

η)

θέτει στη διάθεση του υπευθύνου επεξεργασίας κάθε απαραίτητη πληροφορία προς απόδειξη της συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται στο παρόν άρθρο και επιτρέπει και διευκολύνει τους ελέγχους, περιλαμβανομένων των επιθεωρήσεων, που διενεργούνται από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή από άλλον ελεγκτή εντεταλμένο από τον υπεύθυνο επεξεργασίας.

Όσον αφορά το πρώτο εδάφιο στοιχείο η), ο εκτελών την επεξεργασία ενημερώνει αμέσως τον υπεύθυνο επεξεργασίας, εάν, κατά την άποψή του, κάποια εντολή παραβιάζει τον παρόντα κανονισμό ή άλλες ενωσιακές ή εθνικές διατάξεις περί προστασίας δεδομένων.

4.   Όταν ο εκτελών την επεξεργασία προσλαμβάνει άλλον εκτελούντα για τη διενέργεια συγκεκριμένων δραστηριοτήτων επεξεργασίας για λογαριασμό του υπευθύνου επεξεργασίας, οι ίδιες υποχρεώσεις όσον αφορά την προστασία των δεδομένων που προβλέπονται στη σύμβαση ή στην άλλη νομική πράξη μεταξύ υπευθύνου επεξεργασίας και εκτελούντος την επεξεργασία, κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 3, επιβάλλονται στον άλλον αυτόν εκτελούντα μέσω σύμβασης ή άλλης νομικής πράξης σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης ή του κράτους μέλους, ιδίως ώστε να παρέχονται επαρκείς διαβεβαιώσεις για την εφαρμογή κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων, ούτως ώστε η επεξεργασία να πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Όταν ο άλλος εκτελών την επεξεργασία αδυνατεί να ανταποκριθεί στις σχετικές με την προστασία των δεδομένων υποχρεώσεις του, ο αρχικός εκτελών παραμένει πλήρως υπόλογος έναντι του υπευθύνου επεξεργασίας για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του άλλου εκτελούντος την επεξεργασία.

5.   Η τήρηση εκ μέρους του εκτελούντος την επεξεργασία εγκεκριμένου κώδικα δεοντολογίας όπως αναφέρεται στο άρθρο 40 ή εγκεκριμένου μηχανισμού πιστοποίησης όπως αναφέρεται στο άρθρο 42 δύναται να χρησιμοποιηθεί ως στοιχείο για να αποδειχθεί ότι παρέχει επαρκείς διαβεβαιώσεις σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 4 του παρόντος άρθρου.

6.   Με την επιφύλαξη ατομικής σύμβασης μεταξύ του υπευθύνου επεξεργασίας και του εκτελούντος την επεξεργασία, η σύμβαση ή η άλλη νομική πράξη που αναφέρεται στις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου μπορεί να βασίζεται, εν όλω ή εν μέρει, σε τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες που αναφέρονται στις παραγράφους 7 και 8 του παρόντος άρθρου, μεταξύ άλλων όταν αποτελούν μέρος πιστοποίησης που χορηγείται στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή στον εκτελούντα την επεξεργασία σύμφωνα με τα άρθρα 42 και 43.

7.   Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες για τα θέματα που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου και σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2.

8.   Μια εποπτική_αρχή μπορεί να θεσπίσει τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες για τα θέματα που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου και σύμφωνα με τον μηχανισμό συνεκτικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 63.

9.   Η σύμβαση ή η άλλη νομική πράξη που αναφέρεται στις παραγράφους 3 και 4 υφίσταται γραπτώς, μεταξύ άλλων σε ηλεκτρονική μορφή.

10.   Με την επιφύλαξη των άρθρων 82, 83 και 84, εάν ο εκτελών την επεξεργασία καθορίσει κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού τους σκοπούς και τα μέσα της επεξεργασίας, ο εκτελών την επεξεργασία θεωρείται υπεύθυνος επεξεργασίας για τη συγκεκριμένη επεξεργασία.

Άρθρο 35

Εκτίμηση αντικτύπου σχετικά με την προστασία δεδομένων

1.   Όταν ένα είδος επεξεργασίας, ιδίως με χρήση νέων τεχνολογιών και συνεκτιμώντας τη φύση, το πεδίο εφαρμογής, το πλαίσιο και τους σκοπούς της επεξεργασίας, ενδέχεται να επιφέρει υψηλό κίνδυνο για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων, ο υπεύθυνος επεξεργασίας διενεργεί, πριν από την επεξεργασία, εκτίμηση των επιπτώσεων των σχεδιαζόμενων πράξεων επεξεργασίας στην προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Σε μία εκτίμηση μπορεί να εξετάζεται ένα σύνολο παρόμοιων πράξεων επεξεργασίας οι οποίες ενέχουν παρόμοιους υψηλούς κινδύνους.

2.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ζητεί τη γνώμη του υπευθύνου προστασίας δεδομένων, εφόσον έχει οριστεί, κατά τη διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία δεδομένων.

3.   Η αναφερόμενη στην παράγραφο 1 εκτίμηση αντικτύπου σχετικά με την προστασία δεδομένων απαιτείται ιδίως στην περίπτωση:

α)

συστηματικής και εκτενούς αξιολόγησης προσωπικών πτυχών σχετικά με φυσικά πρόσωπα, η οποία βασίζεται σε αυτοματοποιημένη επεξεργασία, περιλαμβανομένης της κατάρτισης προφίλ, και στην οποία βασίζονται αποφάσεις που παράγουν έννομα αποτελέσματα σχετικά με το φυσικό πρόσωπο ή ομοίως επηρεάζουν σημαντικά το φυσικό πρόσωπο,

β)

μεγάλης κλίμακας επεξεργασίας των ειδικών κατηγοριών δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 ή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν ποινικές καταδίκες και αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 10 ή

γ)

συστηματικής παρακολούθησης δημοσίως προσβάσιμου χώρου σε μεγάλη κλίμακα.

4.   Η εποπτική_αρχή καταρτίζει και δημοσιοποιεί κατάλογο με τα είδη των πράξεων επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία των δεδομένων δυνάμει της παραγράφου 1. Η εποπτική_αρχή ανακοινώνει τον εν λόγω κατάλογο στο Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 68.

5.   Η εποπτική_αρχή δύναται επίσης να καταρτίζει και να δημοσιοποιεί κατάλογο με τα είδη των πράξεων επεξεργασίας για τα οποία δεν απαιτείται εκτίμηση αντικτύπου σχετικά με την προστασία των δεδομένων. Η εποπτική_αρχή ανακοινώνει τον εν λόγω κατάλογο στο Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων.

6.   Πριν από την έκδοση των καταλόγων που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5, η αρμόδια εποπτική_αρχή εφαρμόζει τον μηχανισμό συνεκτικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 63, εάν οι εν λόγω κατάλογοι περιλαμβάνουν δραστηριότητες επεξεργασίας οι οποίες σχετίζονται με την προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών σε υποκείμενα των δεδομένων ή με την παρακολούθηση της συμπεριφοράς τους σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη ή οι οποίες ενδέχεται να επηρεάζουν σημαντικά την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση.

7.   Η εκτίμηση περιέχει τουλάχιστον:

α)

συστηματική περιγραφή των προβλεπόμενων πράξεων επεξεργασίας και των σκοπών της επεξεργασίας, περιλαμβανομένου, κατά περίπτωση, του έννομου συμφέροντος που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας,

β)

εκτίμηση της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας των πράξεων επεξεργασίας σε συνάρτηση με τους σκοπούς,

γ)

εκτίμηση των κινδύνων για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και

δ)

τα προβλεπόμενα μέτρα αντιμετώπισης των κινδύνων, περιλαμβανομένων των εγγυήσεων, των μέτρων και μηχανισμών ασφάλειας, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και να αποδεικνύεται η συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό, λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα των υποκειμένων των δεδομένων και άλλων ενδιαφερόμενων προσώπων.

8.   Η συμμόρφωση με εγκεκριμένους κώδικες δεοντολογίας που αναφέρονται στο άρθρο 40 από τους σχετικούς υπευθύνους επεξεργασίας ή εκτελούντες την επεξεργασία λαμβάνεται δεόντως υπόψη κατά την εκτίμηση του αντικτύπου των πράξεων επεξεργασίας που εκτελούνται από τους εν λόγω υπευθύνους ή εκτελούντες την επεξεργασία, ιδίως για τους σκοπούς εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία δεδομένων.

9.   Όπου ενδείκνυται, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ζητεί τη γνώμη των υποκειμένων των δεδομένων ή των εκπροσώπων τους για τη σχεδιαζόμενη επεξεργασία, με την επιφύλαξη της προστασίας εμπορικών ή δημόσιων συμφερόντων ή της ασφάλειας των πράξεων επεξεργασίας.

10.   Όταν η επεξεργασία δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή ε) έχει νομική βάση στο δίκαιο της Ένωσης ή στο δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο υπόκειται ο υπεύθυνος επεξεργασίας, το εν λόγω δίκαιο ρυθμίζει την εκάστοτε συγκεκριμένη πράξη επεξεργασίας ή σειρά πράξεων και έχει διενεργηθεί ήδη εκτίμηση αντικτύπου σχετικά με την προστασία δεδομένων ως μέρος γενικής εκτίμησης αντικτύπου στο πλαίσιο της έγκρισης της εν λόγω νομικής βάσης, οι παράγραφοι 1 έως 7 δεν εφαρμόζονται, εκτός εάν τα κράτη μέλη κρίνουν απαραίτητη τη διενέργεια της εν λόγω εκτίμησης πριν από τις δραστηριότητες επεξεργασίας.

11.   Όπου απαιτείται, ο υπεύθυνος επεξεργασίας προβαίνει σε επανεξέταση για να εκτιμήσει εάν η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα διενεργείται σύμφωνα με την εκτίμηση αντικτύπου στην προστασία δεδομένων τουλάχιστον όταν μεταβάλλεται ο κίνδυνος που θέτουν οι πράξεις επεξεργασίας.

Άρθρο 40

Κώδικες δεοντολογίας

1.   Τα κράτη μέλη, οι εποπτικές αρχές, το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων και η Επιτροπή ενθαρρύνουν την εκπόνηση κωδίκων δεοντολογίας που έχουν ως στόχο να συμβάλουν στην ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, λαμβάνοντας υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά των διάφορων τομέων επεξεργασίας και τις ειδικές ανάγκες των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων.

2.   Ενώσεις και άλλοι φορείς που εκπροσωπούν κατηγορίες υπευθύνων επεξεργασίας ή εκτελούντων την επεξεργασία μπορούν να εκπονούν κώδικες δεοντολογίας ή να τροποποιούν ή να επεκτείνουν υφιστάμενους κώδικες δεοντολογίας, προκειμένου να προσδιορίσουν την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, όπως όσον αφορά:

α)

τη θεμιτή και με διαφάνεια επεξεργασία,

β)

τα έννομα συμφέροντα που επιδιώκουν οι υπεύθυνοι επεξεργασίας σε συγκεκριμένα πλαίσια,

γ)

τη συλλογή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,

δ)

την ψευδωνυμοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,

ε)

την ενημέρωση του κοινού και των υποκειμένων των δεδομένων,

στ)

την άσκηση των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων,

ζ)

την ενημέρωση και την προστασία των παιδιών και τον τρόπο απόκτησης της συγκατάθεσης του ασκούντος τη γονική μέριμνα του παιδιού,

η)

τα μέτρα και τις διαδικασίες που αναφέρονται στα άρθρα 24 και 25 και τα μέτρα για τη διασφάλιση της ασφάλειας της επεξεργασίας που αναφέρεται στο άρθρο 32,

θ)

τη γνωστοποίηση παραβιάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στις εποπτικές αρχές και την ανακοίνωση των εν λόγω παραβιάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στα υποκείμενα των δεδομένων,

ι)

τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς, ή

ια)

εξωδικαστικές διαδικασίες και άλλες διαδικασίες επίλυσης διαφορών για την επίλυση διαφορών μεταξύ υπευθύνων επεξεργασίας και υποκειμένων των δεδομένων όσον αφορά την επεξεργασία, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων δυνάμει των άρθρων 77 και 79.

3.   Πέραν της τήρησής τους από υπεύθυνους επεξεργασίας ή εκτελούντες την επεξεργασία υπαγόμενους στον παρόντα κανονισμό, οι κώδικες δεοντολογίας που εγκρίνονται βάσει της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου και έχουν γενική ισχύ βάσει της παραγράφου 9 του παρόντος άρθρου μπορούν επίσης να τηρούνται από υπευθύνους επεξεργασίας ή εκτελούντες την επεξεργασία μη υπαγόμενους στον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με το άρθρο 3, προκειμένου να παρέχονται οι κατάλληλες εγγυήσεις στο πλαίσιο των διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς, σύμφωνα με τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 στοιχείο ε). Οι εν λόγω υπεύθυνοι επεξεργασίας ή εκτελούντες την επεξεργασία αναλαμβάνουν δεσμευτικές και εκτελεστές υποχρεώσεις μέσω συμβάσεων ή άλλων νομικά δεσμευτικών πράξεων, προκειμένου να εφαρμόσουν τις εν λόγω κατάλληλες εγγυήσεις, μεταξύ άλλων όσον αφορά τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων.

4.   Ο κώδικας δεοντολογίας που αναφέρεται στην παράγράφο 2 του παρόντος άρθρου περιέχει μηχανισμούς που επιτρέπουν στον αναφερόμενο στο άρθρο 41 παράγραφος 1 φορέα να διενεργεί την υποχρεωτική παρακολούθηση της συμμόρφωσης προς τις διατάξεις του από τους υπευθύνους επεξεργασίας ή τους εκτελούντες την επεξεργασία που έχουν αναλάβει να τον εφαρμόζουν, με την επιφύλαξη των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων των εποπτικών αρχών που είναι αρμόδιες σύμφωνα με το άρθρο 55 ή 56.

5.   Ενώσεις και άλλοι φορείς που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και προτίθενται να εκπονήσουν κώδικα δεοντολογίας ή να τροποποιήσουν ή να επεκτείνουν υφιστάμενο κώδικα υποβάλλουν το σχέδιο κώδικα στην εποπτική_αρχή που είναι αρμόδια σύμφωνα με το άρθρο 55. Η εποπτική_αρχή γνωμοδοτεί ως προς τη συμμόρφωση του σχεδίου κώδικα, της τροποποίησης ή της επέκτασης προς τον παρόντα κανονισμό και εγκρίνει το εν λόγω σχέδιο κώδικα, τροποποίηση ή επέκταση, εάν κρίνει ότι παρέχει επαρκείς κατάλληλες εγγυήσεις.

6.   Όταν το σχέδιο κώδικα ή η τροποποίηση ή επέκταση εγκρίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 5 και όταν ο σχετικός κώδικας δεοντολογίας δεν έχει σχέση με δραστηριότητες επεξεργασίας σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, η εποπτική_αρχή καταχωρίζει και δημοσιεύει τον κώδικα.

7.   Σε περίπτωση που σχέδιο κώδικα δεοντολογίας αναφέρεται σε δραστηριότητες επεξεργασίας σε διάφορα κράτη μέλη, η εποπτική_αρχή που είναι αρμόδια κατά το άρθρο 55 το υποβάλλει, πριν από την έγκριση του σχεδίου κώδικα, της τροποποίησης ή της επέκτασης, στη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 63 στο Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων, το οποίο γνωμοδοτεί ως προς τη συμμόρφωση του σχεδίου κώδικα, της τροποποίησης ή της επέκτασης προς τον παρόντα κανονισμό ή, στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, ως προς την παροχή επαρκών εγγυήσεων από αυτόν.

8.   Σε περίπτωση που η γνωμοδότηση που αναφέρεται στην παράγραφο 7 επιβεβαιώνει ότι το κώδικα, η τροποποίηση ή η επέκταση είναι σύμφωνα προς τον παρόντα κανονισμό ή, στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 3, παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις, το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων διαβιβάζει τη γνώμη του στην Επιτροπή.

9.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να αποφασίζει ότι οι εγκεκριμένοι κώδικες δεοντολογίας και οι τροποποιήσεις ή οι επεκτάσεις που της υποβλήθηκαν δυνάμει της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου έχουν γενική ισχύ εντός της Ένωσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2.

10.   Η Επιτροπή διασφαλίζει τη δέουσα δημοσιότητα για τους εγκεκριμένους κώδικες για τους οποίους αποφάσισε ότι έχουν γενική ισχύ σύμφωνα με την παράγραφο 9.

11.   Το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων συγκεντρώνει όλους τους εγκεκριμένους κώδικες δεοντολογίας, τις τροποποιήσεις και τις επεκτάσεις σε μητρώο και τους καθιστά διαθέσιμους στο κοινό με κάθε κατάλληλο μέσο.

Άρθρο 41

Παρακολούθηση των εγκεκριμένων κωδίκων δεοντολογίας

1.   Με την επιφύλαξη των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων της αρμόδιας εποπτικής αρχής σύμφωνα με τα άρθρα 57 και 58, η παρακολούθηση της συμμόρφωσης με κώδικα δεοντολογίας δυνάμει του άρθρου 40 μπορεί να διεξάγεται από φορέα που διαθέτει το ενδεδειγμένο επίπεδο εμπειρογνωμοσύνης σε σχέση με το αντικείμενο του κώδικα και είναι διαπιστευμένος για τον σκοπό αυτόν από την αρμόδια εποπτική_αρχή.

2.   Ο φορέας όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί να είναι διαπιστευμένος για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης με κώδικα δεοντολογίας, εφόσον ο εν λόγω φορέας:

α)

έχει αποδείξει την ανεξαρτησία και την εμπειρογνωμοσύνη του σε σχέση με το αντικείμενο του κώδικα κατά την κρίση της αρμόδιας εποπτικής αρχής,

β)

έχει καθιερώσει διαδικασίες που του επιτρέπουν την εκτίμηση της επιλεξιμότητας των σχετικών υπευθύνων επεξεργασίας και των εκτελούντων την επεξεργασία προκειμένου να εφαρμόσουν τον κώδικα, την παρακολούθηση της συμμόρφωσής τους με τις διατάξεις του και την περιοδική επανεξέταση της λειτουργίας του,

γ)

έχει θεσπίσει διαδικασίες και δομές για την αντιμετώπιση καταγγελιών περί παραβάσεων του κώδικα ή περί του τρόπου με τον οποίον ο κώδικας έχει εφαρμοστεί ή εφαρμόζεται από έναν υπεύθυνο επεξεργασίας ή εκτελούντα την επεξεργασία, καθώς και για να καταστούν οι διαδικασίες και οι δομές αυτές διαφανείς στα υποκείμενα των δεδομένων και στο ευρύ κοινό, και

δ)

αποδεικνύει, κατά την κρίση της αρμόδιας εποπτικής αρχής, ότι τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις του δεν συνεπάγονται σύγκρουση συμφερόντων.

3.   Η αρμόδια εποπτική_αρχή υποβάλλει τα σχέδια κριτηρίων πιστοποίησης του φορέα όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου στο Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με τον μηχανισμό συνεκτικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 63.

4.   Με την επιφύλαξη των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων της αρμόδιας εποπτικής αρχής και των διατάξεων του κεφαλαίου VIII, ο φορέας όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου αναλαμβάνει, με την επιφύλαξη κατάλληλων εγγυήσεων, κατάλληλη δράση σε περίπτωση παράβασης του κώδικα από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία, περιλαμβανομένης της αναστολής άσκησης καθηκόντων ή της εξαίρεσης του οικείου υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία από τον κώδικα. Ενημερώνει την αρμόδια εποπτική_αρχή για τις δράσεις αυτές και για τους λόγους ανάληψής τους.

5.   Η αρμόδια εποπτική_αρχή ανακαλεί την πιστοποίηση φορέα όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, εάν οι προϋποθέσεις πιστοποίησης δεν πληρούνται ή δεν πληρούνται πλέον ή οι ενέργειες που αναλήφθηκαν από τον φορέα παραβαίνουν τον παρόντα κανονισμό.

6.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στην επεξεργασία που διενεργείται από δημόσιες αρχές και δημόσιους φορείς.

Άρθρο 43

Φορείς πιστοποίησης

1.   Με την επιφύλαξη των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων της αρμόδιας εποπτικής αρχής σύμφωνα με τα άρθρα 57 και 58, οι φορείς πιστοποίησης που διαθέτουν το ενδεδειγμένο επίπεδο εμπειρογνωμοσύνης σε σχέση με την προστασία των δεδομένων, αφού ενημερώσουν την εποπτική_αρχή προκειμένου να μπορέσει να ασκήσει τις αρμοδιότητές της δυνάμει του άρθρου 58 παράγραφος 2 στοιχείο η) όπου απαιτείται, χορηγούν και ανανεώνουν πιστοποιήσεις. Το κράτος μέλος διασφαλίζει ότι η διαπίστευση των εν λόγω φορέων πιστοποίησης πραγματοποιείται από ένα ή αμφότερα τα ακόλουθα:

α)

την εποπτική_αρχή που είναι αρμόδια δυνάμει των άρθρων 55 ή 56,

β)

τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης που ορίζεται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (20), σύμφωνα με το πρότυπο EN-ISO/IEC 17065/2012 και σύμφωνα με τις συμπληρωματικές απαιτήσεις που έχουν οριστεί από την εποπτική_αρχή που είναι αρμόδια δυνάμει του άρθρου 55 ή 56.

2.   Οι φορείς πιστοποίησης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι διαπιστευμένοι σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο, μόνο εφόσον:

α)

έχουν αποδείξει την ανεξαρτησία και την εμπειρογνωμοσύνη τους σε σχέση με το αντικείμενο της πιστοποίησης κατά την κρίση της αρμόδιας εποπτικής αρχής,

β)

έχουν δεσμευτεί να σέβονται τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 42 παράγραφος 5 και τα οποία έχουν εγκριθεί από την εποπτική_αρχή που είναι αρμόδια δυνάμει του άρθρου 55 ή 56 ή από το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων δυνάμει του άρθρου 63,

γ)

έχουν θεσπίσει διαδικασίες για την έκδοση, την περιοδική επανεξέταση και την ανάκληση πιστοποιητικών, σφραγίδων και σημάτων προστασίας των δεδομένων,

δ)

έχουν θεσπίσει διαδικασίες και δομές για τη διαχείριση καταγγελιών περί παραβάσεων της πιστοποίησης ή περί του τρόπου με τον οποίο η πιστοποίηση έχει εφαρμοστεί ή εφαρμόζεται από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία, καθώς και για να καταστούν οι διαδικασίες και οι δομές αυτές διαφανείς στα υποκείμενα των δεδομένων και στο ευρύ κοινό, και

ε)

αποδεικνύουν, κατά την κρίση της αρμόδιας εποπτικής αρχής, ότι τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις τους δεν συνεπάγονται σύγκρουση συμφερόντων.

3.   Η διαπίστευση των φορέων πιστοποίησης όπως αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται βάσει των κριτηρίων που έχουν εγκριθεί από την εποπτική_αρχή που είναι αρμόδια δυνάμει του άρθρου 55 ή 56, ή από το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων δυνάμει του άρθρου 63. Σε περίπτωση διαπίστευσης δυνάμει του στοιχείου β) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, οι εν λόγω απαιτήσεις συμπληρώνουν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και τους τεχνικούς κανόνες που περιγράφουν τις μεθόδους και τις διαδικασίες των φορέων πιστοποίησης.

4.   Οι φορείς πιστοποίησης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι υπεύθυνος για την ορθή εκτίμηση που οδηγεί στην πιστοποίηση ή την ανάκληση της πιστοποίησης, με την επιφύλαξη της ευθύνης του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία για συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό. Η διαπίστευση χορηγείται για μέγιστη περίοδο πέντε ετών και μπορεί να ανανεωθεί με τους ίδιους όρους, υπό την προϋπόθεση ότι ο φορέας πιστοποίησης πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου.

5.   Οι φορείς πιστοποίησης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παρέχουν στις αρμόδιες εποπτικές αρχές τους λόγους χορήγησης ή ανάκλησης της αιτηθείσας πιστοποίησης.

6.   Οι απαιτήσεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου και τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 42 παράγραφο 5 δημοσιοποιούνται από την εποπτική_αρχή σε ευχερώς προσβάσιμη μορφή. Οι εποπτικές αρχές διαβιβάζουν επίσης τις εν λόγω απαιτήσεις και τα κριτήρια στο Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων. Το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων συγκεντρώνει όλους τους μηχανισμούς πιστοποίησης και τις σφραγίδες προστασίας δεδομένων σε μητρώο και τα καθιστά διαθέσιμα στο κοινό με κάθε κατάλληλο μέσο.

7.   Με την επιφύλαξη του κεφαλαίου VIII, η αρμόδια εποπτική_αρχή ή ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης ανακαλεί διαπίστευση σε φορέα πιστοποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, εφόσον οι προϋποθέσεις πιστοποίησης δεν πληρούνται ή δεν πληρούνται πλέον ή εφόσον οι ενέργειες του φορέα πιστοποίησης παραβαίνουν τον παρόντα κανονισμό.

8.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 92, με σκοπό τον προσδιορισμό των απαιτήσεων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τους μηχανισμούς πιστοποίησης προστασίας δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 42 παράγραφος 1.

9.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με τη θέσπιση τεχνικών προτύπων για μηχανισμούς πιστοποίησης, σφραγίδες και σήματα προστασίας δεδομένων, καθώς και μηχανισμούς για την προώθηση και την αναγνώριση των εν λόγω μηχανισμών πιστοποίησης, σφραγίδων και σημάτων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

Διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς

Άρθρο 45

Διαβιβάσεις βάσει απόφαση επάρκειας

1.   Η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό μπορεί να πραγματοποιηθεί εφόσον η Επιτροπή έχει αποφασίσει ότι διασφαλίζεται επαρκές επίπεδο προστασίας από την τρίτη χώρα, από έδαφος ή από έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους τομείς στην εν λόγω τρίτη χώρα ή από τον εν λόγω διεθνή οργανισμό. Για μια τέτοια διαβίβαση δεν απαιτείται ειδική άδεια.

2.   Κατά την εκτίμηση της επάρκειας του επιπέδου προστασίας, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη, ιδίως, τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

το κράτος δικαίου, τον σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, τη σχετική νομοθεσία, τόσο τη γενική όσο και την τομεακή, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη δημόσια ασφάλεια, την άμυνα, την εθνική ασφάλεια και το ποινικό δίκαιο και την πρόσβαση των δημόσιων αρχών σε δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα, καθώς και την εφαρμογή αυτής της νομοθεσίας, τους κανόνες περί προστασίας δεδομένων, τους επαγγελματικούς κανόνες και τα μέτρα ασφάλειας, περιλαμβανομένων των κανόνων για τις περαιτέρω διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε άλλη χώρα ή διεθνή οργανισμό που τηρούνται στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα ή τον διεθνή οργανισμό, νομολογία, καθώς και ουσιαστικά και εκτελεστά δικαιώματα υποκειμένων των δεδομένων και αποτελεσματικά διοικητικά και δικαστικά μέσα προσφυγής για τα υποκείμενα των δεδομένων των οποίων τα δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα διαβιβάζονται,

β)

την ύπαρξη και την αποτελεσματική λειτουργία μίας ή περισσότερων ανεξάρτητων εποπτικών αρχών οι οποίες βρίσκονται στην εν λόγω τρίτη χώρα ή στις οποίες υπόκειται ένας διεθνής_οργανισμός, υπεύθυνων να διασφαλίζουν και να επιβάλουν τη συμμόρφωση προς τους κανόνες προστασίας δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων επαρκών εξουσιών επιβολής, να συνδράμουν και να συμβουλεύουν τα υποκείμενα των δεδομένων κατά την άσκηση των δικαιωμάτων τους και να συνεργάζονται με τις εποπτικές αρχές των κρατών μελών, και

γ)

τις διεθνείς δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η εν λόγω τρίτη χώρα ή ο διεθνής_οργανισμός ή άλλες υποχρεώσεις οι οποίες απορρέουν από νομικά δεσμευτικές συμβάσεις ή πράξεις και από τη συμμετοχή τους σε πολυμερή ή περιφερειακά συστήματα, ιδίως όσον αφορά την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

3.   Η Επιτροπή, αφού εκτιμήσει την επάρκεια του επιπέδου προστασίας, μπορεί να αποφασίσει, μέσω εκτελεστικής πράξης, ότι εξασφαλίζεται επαρκές επίπεδο προστασίας κατά την έννοια της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου από τρίτη χώρα ή έδαφος ή έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους τομείς σε τρίτη χώρα ή από διεθνή οργανισμό. Η εκτελεστική πράξη προβλέπει μηχανισμό περιοδικής επανεξέτασης, τουλάχιστον ανά τετραετία, στην οποία συνεκτιμώνται όλες οι σχετικές εξελίξεις στην τρίτη χώρα ή τον διεθνή οργανισμό. Η εκτελεστική πράξη προσδιορίζει την εδαφική και τομεακή εφαρμογή της, καθώς και, όπου συντρέχει περίπτωση, την εποπτική_αρχή ή τις αρχές που αναφέρονται στο στοιχείο β) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Η εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2.

4.   Η Επιτροπή παρακολουθεί σε συνεχή βάση εξελίξεις σε τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη λειτουργία αποφάσεων που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και αποφάσεων που εκδίδονται βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

5.   Η Επιτροπή, όταν οι υπάρχουσες πληροφορίες αποκαλύπτουν, κυρίως κατόπιν της επανεξέτασης που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, ότι μια τρίτη χώρα, έδαφος ή συγκεκριμένος τομέας σε τρίτη χώρα ή διεθνής_οργανισμός δεν διασφαλίζει πλέον επαρκές επίπεδο προστασίας κατά την έννοια της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, καταργεί, τροποποιεί ή αναστέλλει, στον βαθμό που είναι αναγκαίο, την απόφαση της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου μέσω εκτελεστικών πράξεων χωρίς αναδρομική ισχύ. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2.

Για δεόντως αιτιολογημένους επιτακτικούς λόγους επείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις άμεσης εφαρμογής σύμφωνα με τη διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 93 παράγραφος 3.

6.   Η Επιτροπή ξεκινά διαβουλεύσεις με την τρίτη χώρα ή τον διεθνή οργανισμό με σκοπό την επανόρθωση της κατάστασης απόρροια της οποίας είναι η απόφαση που έχει ληφθεί δυνάμει της παραγράφου 5.

7.   Η απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου δεν θίγει τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην τρίτη χώρα, στο έδαφος ή σε έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους τομείς στην εν λόγω τρίτη χώρα ή στον διεθνή οργανισμό σύμφωνα με τα άρθρα 46 έως 49.

8.   Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στον ιστότοπό της κατάλογο των τρίτων χωρών, εδαφών και συγκεκριμένων τομέων σε τρίτη χώρα, καθώς και των διεθνών οργανισμών, για τα οποία έχει αποφασίσει ότι διασφαλίζεται ή δεν διασφαλίζεται πλέον επαρκές επίπεδο προστασίας.

9.   Οι αποφάσεις που εκδίδονται από την Επιτροπή βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 της οδηγίας 95/46/ΕΚ παραμένουν σε ισχύ έως ότου τροποποιηθούν, αντικατασταθούν ή καταργηθούν με απόφαση της Επιτροπής εκδοθείσα σύμφωνα με την παράγραφο 3 ή 5 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 46

Διαβιβάσεις που υπόκεινται σε κατάλληλες εγγυήσεις

1.   Ελλείψει απόφασης δυνάμει του άρθρου 45 παράγραφος 3, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία μπορεί να διαβιβάσει δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα σε τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό μόνο εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία έχει παράσχει κατάλληλες εγγυήσεις και υπό την προϋπόθεση ότι υφίστανται εκτελεστά δικαιώματα και αποτελεσματικά ένδικα μέσα για τα υποκείμενα των δεδομένων.

2.   Οι κατάλληλες εγγυήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να προβλέπονται, χωρίς να απαιτείται ειδική άδεια εποπτικής αρχής, μέσω:

α)

ενός νομικά δεσμευτικού και εκτελεστού μέσου μεταξύ δημόσιων αρχών ή φορέων,

β)

δεσμευτικών εταιρικών κανόνων σύμφωνα με το άρθρο 47,

γ)

τυποποιημένων ρητρών προστασίας δεδομένων που εκδίδονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2,

δ)

τυποποιημένων ρητρών προστασίας δεδομένων που εκδίδονται από εποπτική_αρχή και εγκρίνονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2,

ε)

εγκεκριμένου κώδικα δεοντολογίας, σύμφωνα με το άρθρο 40, από κοινού με δεσμευτικές και εκτελεστές υποχρεώσεις του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία στην τρίτη χώρα να εφαρμόζει τις κατάλληλες εγγυήσεις, μεταξύ άλλων όσον αφορά τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων, ή

στ)

εγκεκριμένου μηχανισμού πιστοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 42, από κοινού με δεσμευτικές και εκτελεστές υποχρεώσεις του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία στην τρίτη χώρα να εφαρμόζει τις κατάλληλες εγγυήσεις, μεταξύ άλλων όσον αφορά τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων.

3.   Με την επιφύλαξη της άδειας από την αρμόδια εποπτική_αρχή, οι κατάλληλες εγγυήσεις της παραγράφου 1 μπορούν επίσης να παρέχονται ιδίως μέσω:

α)

συμβατικών ρητρών μεταξύ του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία και του υπευθύνου επεξεργασίας, του εκτελούντος την επεξεργασία ή του αποδέκτη των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην τρίτη χώρα ή τον διεθνή οργανισμό ή

β)

διατάξεων προς συμπερίληψη σε διοικητικές ρυθμίσεις μεταξύ δημόσιων αρχών ή φορέων οι οποίες περιλαμβάνουν εκτελεστά και ουσιαστικά δικαιώματα υποκειμένων των δεδομένων.

4.   Η εποπτική_αρχή εφαρμόζει τον μηχανισμό συνεκτικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 63 στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

5.   Οι άδειες από κράτος μέλος ή εποπτική_αρχή βάσει του άρθρου 26 παράγραφος 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ παραμένουν σε ισχύ έως ότου τροποποιηθούν, αντικατασταθούν ή καταργηθούν, εάν απαιτείται, από την εν λόγω εποπτική_αρχή. Οι αποφάσεις που εκδίδονται από την Επιτροπή βάσει του άρθρου 26 παράγραφος 4 της οδηγίας 95/46/ΕΚ παραμένουν σε ισχύ έως ότου τροποποιηθούν, αντικατασταθούν ή καταργηθούν, εάν απαιτείται, με απόφαση της Επιτροπής εκδοθείσα σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 47

Δεσμευτικοί εταιρικοί κανόνες

1.   Η αρμόδια εποπτική_αρχή εγκρίνει δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες σύμφωνα με τον μηχανισμό συνεκτικότητας που προβλέπεται στο άρθρο 63, υπό τον όρο ότι:

α)

είναι νομικά δεσμευτικοί και εφαρμόζονται σε κάθε οικείο μέλος και επιβάλλονται από κάθε οικείο μέλος του ομίλου επιχειρήσεων, ή του ομίλου εταιρειών που ασκούν κοινή οικονομική δραστηριότητα, περιλαμβανομένων των υπαλλήλων τους,

β)

απονέμουν ρητώς εκτελεστά δικαιώματα στα υποκείμενα των δεδομένων όσον αφορά την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν και

γ)

πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2.

2.   Οι δεσμευτικοί_εταιρικοί_κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διευκρινίζουν τουλάχιστον:

α)

τη δομή και τα στοιχεία επικοινωνίας του ομίλου επιχειρήσεων, ή του ομίλου εταιρειών που ασκούν κοινή οικονομική δραστηριότητα και κάθε μέλους του,

β)

τις διαβιβάσεις δεδομένων ή το σύνολο των διαβιβάσεων δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τον τύπο επεξεργασίας και τους σκοπούς της, τον τύπο των υποκειμένων των δεδομένων που επηρεάζονται και τον καθορισμό της εν λόγω τρίτης χώρας ή τρίτων χωρών,

γ)

τη νομικά δεσμευτική φύση τους, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά,

δ)

την εφαρμογή των γενικών αρχών προστασίας δεδομένων, ιδίως τον περιορισμό του σκοπού, την ελαχιστοποίηση των δεδομένων, τις περιορισμένες περιόδους αποθήκευσης, την ποιότητα των δεδομένων, την προστασία των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού, τη νομική βάση για την επεξεργασία, την επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα μέτρα διασφάλισης της ασφάλειας των δεδομένων, καθώς και την εφαρμογή των απαιτήσεων σχετικά με περαιτέρω διαβιβάσεις σε φορείς που δεν δεσμεύονται από τους δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες,

ε)

τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων όσον αφορά την επεξεργασία και τα μέσα άσκησης των εν λόγω δικαιωμάτων, περιλαμβανομένων του δικαιώματος μη υπαγωγής σε αποφάσεις που λαμβάνονται αποκλειστικά βάσει αυτοματοποιημένης επεξεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της κατάρτισης προφίλ σύμφωνα με το άρθρο 22, του δικαιώματος υποβολής καταγγελίας ενώπιον της αρμόδιας εποπτικής αρχής και ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων των κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 79, καθώς και της εξασφάλισης επανόρθωσης και, όπου απαιτείται, αποζημίωσης για παράβαση των δεσμευτικών εταιρικών κανόνων,

στ)

την αποδοχή ευθύνης από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία που είναι εγκατεστημένος στο έδαφος κράτους μέλους για τυχόν παραβάσεις των δεσμευτικών εταιρικών κανόνων από οποιοδήποτε οικείο μέλος που δεν είναι εγκατεστημένο στην Ένωση· ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία εξαιρείται από την ευθύνη αυτή, εν όλω ή εν μέρει, μόνο αποδεικνύοντας ότι το εν λόγω μέλος δεν ευθύνεται για το γενεσιουργό γεγονός της ζημίας,

ζ)

τον τρόπο παροχής της ενημέρωσης σχετικά με τους δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες προς τα υποκείμενα των δεδομένων, ιδίως τις διατάξεις που αναφέρονται στα στοιχεία δ), ε) και στ) της παρούσας παραγράφου, επιπλέον των άρθρων 13 και 14,

η)

τα καθήκοντα κάθε υπευθύνου προστασίας δεδομένων που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 37 ή οποιουδήποτε προσώπου ή οντότητας επιφορτισμένων με την παρακολούθηση της συμμόρφωσης προς τους δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες εντός του ομίλου επιχειρήσεων, ή του ομίλου εταιρειών που ασκούν κοινή οικονομική δραστηριότητα, καθώς και με την παρακολούθηση της κατάρτισης και του χειρισμού των καταγγελιών,

θ)

τις διαδικασίες καταγγελίας,

ι)

τους μηχανισμούς εντός του ομίλου επιχειρήσεων, ή του ομίλου εταιρειών που ασκούν κοινή οικονομική δραστηριότητα για τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς τους δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες. Οι εν λόγω μηχανισμοί περιλαμβάνουν ελέγχους για την προστασία των δεδομένων και μεθόδους διασφάλισης διορθωτικών δράσεων για την προστασία των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων. Τα αποτελέσματα του ελέγχου αυτού πρέπει να ανακοινώνονται στο πρόσωπο ή την οντότητα που αναφέρονται στο στοιχείο η) και στο διοικητικό συμβούλιο της ελέγχουσας επιχείρησης του ομίλου επιχειρήσεων ή του ομίλου εταιρειών που ασκούν κοινή οικονομική δραστηριότητα, ενώ επίσης πρέπει να παρέχονται κατόπιν αιτήματος στην αρμόδια εποπτική_αρχή,

ια)

τους μηχανισμούς αναφοράς και καταχώρισης αλλαγών στους κανόνες και αναφοράς των εν λόγω αλλαγών στην εποπτική_αρχή,

ιβ)

τον μηχανισμό συνεργασίας με την εποπτική_αρχή, ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση κάθε μέλους του ομίλου επιχειρήσεων, ή του ομίλου εταιρειών που ασκούν κοινή οικονομική δραστηριότητα, ιδίως θέτοντας στη διάθεση της εποπτικής αρχής τα αποτελέσματα των ελέγχων των μέτρων που αναφέρονται στο στοιχείο ι),

ιγ)

τους μηχανισμούς αναφοράς στην αρμόδια εποπτική_αρχή κάθε νομικής απαίτησης στην οποία ένα μέλος του ομίλου επιχειρήσεων, ή του ομίλου εταιρειών που ασκούν κοινή οικονομική δραστηριότητα υπόκειται σε τρίτη χώρα και η οποία ενδέχεται να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στις εγγυήσεις που παρέχονται από τους δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες και

ιδ)

την κατάλληλη εκπαίδευση στην προστασία δεδομένων του προσωπικού που έχει μόνιμη ή τακτική πρόσβαση σε δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα.

3.   Η Επιτροπή μπορεί να προσδιορίσει τον μορφότυπο και τις διαδικασίες για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ υπευθύνων επεξεργασίας, εκτελούντων την επεξεργασία και εποπτικών αρχών για τους δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες κατά την έννοια του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2.

Άρθρο 56

Αρμοδιότητα της επικεφαλής εποπτικής αρχής

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 55, η εποπτική_αρχή της κύριας ή της μόνης εγκατάστασης του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία είναι αρμόδια να ενεργεί ως επικεφαλής εποπτική_αρχή για τις διασυνοριακές πράξεις επεξεργασίας του εν λόγω υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 60.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, κάθε εποπτική_αρχή είναι αρμόδια για την εξέταση υποβληθείσας καταγγελίας ή για την αντιμετώπιση ενδεχόμενης παραβίασης του παρόντος κανονισμού, εάν το αντικείμενο αφορά μόνο εγκατάσταση στο οικείο κράτος μέλος ή επηρεάζει ουσιαστικώς υποκείμενα των δεδομένων μόνο στο οικείο κράτος μέλος.

3.   Στις περιπτώσεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, η εποπτική_αρχή ενημερώνει περί αυτού την επικεφαλής εποπτική_αρχή χωρίς καθυστέρηση. Εντός τριών εβδομάδων από την ενημέρωσή της, η επικεφαλής εποπτική_αρχή αποφασίζει εάν θα επιληφθεί της υπόθεσης κατά τη διαδικασία του άρθρου 60, λαμβάνοντας υπόψη εάν υπάρχει ή όχι εγκατάσταση του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία στο κράτος μέλος της εποπτικής αρχής που την ενημέρωσε.

4.   Σε περίπτωση που η επικεφαλής εποπτική_αρχή αποφασίσει να επιληφθεί της υπόθεσης, εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 60. Η εποπτική_αρχή που ενημέρωσε την επικεφαλής εποπτική_αρχή δύναται να υποβάλει στην επικεφαλής αρχή σχέδιο απόφασης. Η επικεφαλής εποπτική_αρχή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη το σχέδιο αυτό κατά την προετοιμασία του σχεδίου απόφασης που αναφέρεται στο άρθρο 60 παράγραφος 3.

5.   Σε περίπτωση που η επικεφαλής εποπτική_αρχή αποφασίσει να μην επιληφθεί της υπόθεσης, η εποπτική_αρχή που ενημέρωσε την επικεφαλής εποπτική_αρχή επιλαμβάνεται της υπόθεσης σύμφωνα με τα άρθρα 61 και 62.

6.   Η επικεφαλής εποπτική_αρχή είναι ο μοναδικός συνομιλητής του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία για τη διασυνοριακή πράξη επεξεργασίας του εν λόγω υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία.

Άρθρο 57

Καθήκοντα

1.   Με την επιφύλαξη των άλλων καθηκόντων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, κάθε εποπτική_αρχή στο έδαφός της:

α)

παρακολουθεί και επιβάλλει την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού,

β)

προωθεί την ευαισθητοποίηση του κοινού και την κατανόηση των κινδύνων, των κανόνων, των εγγυήσεων και των δικαιωμάτων που σχετίζονται με την επεξεργασία. Ειδική προσοχή αποδίδεται σε δραστηριότητες που απευθύνονται ειδικά σε παιδιά,

γ)

συμβουλεύει, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους, το εθνικό κοινοβούλιο, την κυβέρνηση και άλλα όργανα και οργανισμούς για νομοθετικά και διοικητικά μέτρα που σχετίζονται με την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας,

δ)

προωθεί την ευαισθητοποίηση των υπευθύνων επεξεργασίας και των εκτελούντων την επεξεργασία σχετικά με τις υποχρεώσεις τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού,

ε)

κατόπιν αιτήματος, παρέχει πληροφορίες στα υποκείμενα των δεδομένων όσον αφορά την άσκηση των δικαιωμάτων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού και, ενδεχομένως, συνεργάζεται για τον σκοπό αυτό με τις εποπτικές αρχές σε άλλα κράτη μέλη,

στ)

χειρίζεται τις καταγγελίες που υποβάλλονται από το υποκείμενο των δεδομένων ή από φορέα ή οργάνωση ή ένωση σύμφωνα με το άρθρο 80 και ερευνά, στο μέτρο που ενδείκνυται, το αντικείμενο της καταγγελίας και ενημερώνει τον καταγγέλοντα για την πρόοδο και για την έκβαση της έρευνας εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, ιδίως εάν απαιτείται περαιτέρω έρευνα ή συντονισμός με άλλη εποπτική_αρχή,

ζ)

συνεργάζεται, μεταξύ άλλων μέσω ανταλλαγής πληροφοριών, με άλλες εποπτικές αρχές και παρέχει αμοιβαία συνδρομή σε άλλες εποπτικές αρχές, με σκοπό να διασφαλίσει τη συνεκτικότητα της εφαρμογής και της επιβολής του παρόντος κανονισμού,

η)

διενεργεί έρευνες σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων βάσει πληροφοριών που λαμβάνει από άλλη εποπτική_αρχή ή άλλη δημόσια αρχή,

θ)

παρακολουθεί τις σχετικές εξελίξεις, στον βαθμό που έχουν αντίκτυπο στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως δε τις εξελίξεις των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών και των εμπορικών πρακτικών,

ι)

θεσπίζει τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες του άρθρου 28 παράγραφος 8 και του άρθρου 46 παράγραφος 2 στοιχείο δ),

ια)

καταρτίζει και διατηρεί κατάλογο σε σχέση με την απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία των δεδομένων δυνάμει του άρθρου 35 παράγραφος 4,

ιβ)

παρέχει συμβουλές σχετικά με τις πράξεις επεξεργασίας του άρθρου 36 παράγραφος 2,

ιγ)

ενθαρρύνει την κατάρτιση κωδίκων δεοντολογίας σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 1 και διατυπώνει γνώμη και εγκρίνει τέτοιους κώδικες δεοντολογίας που παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις, σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 5,

ιδ)

ενθαρρύνει τη θέσπιση μηχανισμών πιστοποίησης προστασίας δεδομένων και σφραγίδων και σημάτων προστασίας των δεδομένων δυνάμει του άρθρου 42 παράγραφος 1 και εγκρίνει τα κριτήρια πιστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 5,

ιε)

κατά περίπτωση, διενεργεί περιοδική επανεξέταση των πιστοποιήσεων που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 7,

ιστ)

σχεδιάζει και δημοσιεύει τα κριτήρια διαπίστευσης φορέα για την παρακολούθηση κωδίκων δεοντολογίας σύμφωνα με το άρθρο 41 και φορέα πιστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 43,

ιζ)

διενεργεί τη διαπίστευση φορέα για την παρακολούθηση κωδίκων δεοντολογίας σύμφωνα με το άρθρο 41 και φορέα πιστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 43,

ιη)

επιτρέπει συμβατικές ρήτρες και διατάξεις του άρθρου 46 παράγραφος 3,

ιθ)

εγκρίνει δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες δυνάμει του άρθρου 47,

κ)

συμβάλλει στις δραστηριότητες του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων,

κα)

τηρεί εσωτερικά αρχεία των παραβάσεων του παρόντος κανονισμού και των μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 58 παράγραφος 2, και

κβ)

εκπληρώνει κάθε άλλο καθήκον σχετικό με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Κάθε εποπτική_αρχή διευκολύνει την υποβολή των καταγγελιών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο στ) με μέτρα όπως το έντυπο υποβολής καταγγελίας το οποίο μπορεί επίσης να συμπληρωθεί ηλεκτρονικά, χωρίς να αποκλείονται άλλοι τρόποι επικοινωνίας.

3.   Κάθε εποπτική_αρχή ασκεί τα καθήκοντά της χωρίς επιβάρυνση για το υποκείμενο των δεδομένων και, κατά περίπτωση, για τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων.

4.   Εάν τα αιτήματα είναι προδήλως αβάσιμα ή υπερβολικά, ιδίως λόγω του επαναλαμβανόμενου χαρακτήρα τους, η εποπτική_αρχή μπορεί να επιβάλει ένα εύλογο τέλος για διοικητικά έξοδα ή να αρνηθεί να απαντήσει στο αίτημα. Η εποπτική_αρχή φέρει το βάρος απόδειξης του προδήλως αβάσιμου ή υπερβολικού χαρακτήρα του αιτήματος.

Άρθρο 58

Εξουσίες

1.   Κάθε αρχή ελέγχου διαθέτει όλες τις ακόλουθες εξουσίες έρευνας:

α)

να δίνει εντολή στον υπεύθυνο επεξεργασίας και στον εκτελούντα την επεξεργασία και, όπου συντρέχει περίπτωση, στον εκπρόσωπο του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία να παράσχουν κάθε πληροφορία την οποία απαιτεί για την εκτέλεση των καθηκόντων της,

β)

να διεξάγει έρευνες με τη μορφή ελέγχων για την προστασία των δεδομένων,

γ)

να προβαίνει σε επανεξέταση των πιστοποιήσεων που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 7,

δ)

να ειδοποιεί τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία για εικαζόμενη παράβαση του παρόντος κανονισμού,

ε)

να αποκτά, από τον υπεύθυνο επεξεργασίας και τον εκτελούντα την επεξεργασία, πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα και όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων της,

στ)

να έχει πρόσβαση στις εγκαταστάσεις του υπευθύνου επεξεργασίας και του εκτελούντος την επεξεργασία, περιλαμβανομένων κάθε εξοπλισμού και μέσου επεξεργασίας δεδομένων, σύμφωνα με το δικονομικό δίκαιο της Ένωσης ή κράτους μέλους.

2.   Κάθε αρχή ελέγχου διαθέτει όλες τις ακόλουθες διορθωτικές εξουσίες:

α)

να απευθύνει προειδοποιήσεις στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή στον εκτελούντα την επεξεργασία ότι σκοπούμενες πράξεις επεξεργασίας είναι πιθανόν να παραβαίνουν διατάξεις του παρόντος κανονισμού,

β)

να απευθύνει επιπλήξεις στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή στον εκτελούντα την επεξεργασία όταν πράξεις επεξεργασίας έχουν παραβεί διατάξεις του παρόντος κανονισμού,

γ)

να δίνει εντολή στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή στον εκτελούντα την επεξεργασία να συμμορφώνεται προς τα αιτήματα του υποκειμένου των δεδομένων για την άσκηση των δικαιωμάτων του σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό,

δ)

να δίνει εντολή στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή στον εκτελούντα την επεξεργασία να καθιστούν τις πράξεις επεξεργασίας σύμφωνες με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, εάν χρειάζεται, με συγκεκριμένο τρόπο και εντός ορισμένης προθεσμίας,

ε)

να δίνει εντολή στον υπεύθυνο επεξεργασίας να ανακοινώνει την παραβίαση_δεδομένων_προσωπικού_χαρακτήρα στο υποκείμενο των δεδομένων,

στ)

να επιβάλλει προσωρινό ή οριστικό περιορισμό, περιλαμβανομένης της απαγόρευσης της επεξεργασίας,

ζ)

να δίνει εντολή διόρθωσης ή διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή περιορισμού της επεξεργασίας δυνάμει των άρθρων 16, 17 και 18 και εντολή κοινοποίησης των ενεργειών αυτών σε αποδέκτες στους οποίους τα δεδομένα_προσωπικού_χαρακτήρα γνωστοποιήθηκαν δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 2 και του άρθρου 19,

η)

να αποσύρει την πιστοποίηση ή να διατάξει τον οργανισμό πιστοποίησης να αποσύρει ένα πιστοποιητικό εκδοθέν σύμφωνα με τα άρθρα 42 και 43 ή να διατάξει τον οργανισμό πιστοποίησης να μην εκδώσει πιστοποίηση, εφόσον οι απαιτήσεις πιστοποίησης δεν πληρούνται ή δεν πληρούνται πλέον,

θ)

να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει του άρθρου 83, επιπλέον ή αντί των μέτρων που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, ανάλογα με τις περιστάσεις κάθε μεμονωμένης περίπτωσης,

ι)

να δίνει εντολή για αναστολή της κυκλοφορίας δεδομένων σε αποδέκτη σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό.

3.   Κάθε αρχή ελέγχου διαθέτει όλες τις ακόλουθες αδειοδοτικές και συμβουλευτικές εξουσίες:

α)

να παρέχει συμβουλές στον υπεύθυνο επεξεργασίας σύμφωνα με τη διαδικασία προηγούμενης διαβούλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 36,

β)

να εκδίδει, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος, γνώμες προς το εθνικό κοινοβούλιο, την κυβέρνηση του κράτους μέλους ή, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους, προς άλλα όργανα και οργανισμούς, καθώς και προς το κοινό, για κάθε θέμα το οποίο σχετίζεται με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,

γ)

να επιτρέπει την επεξεργασία που αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 5, εάν το δίκαιο του κράτους μέλους απαιτεί αυτήν την προηγούμενη έγκριση,

δ)

να εκδίδει γνώμες για σχέδια κωδίκων δεοντολογίας και να εγκρίνει τα σχέδια αυτά δυνάμει του άρθρου 40 παράγραφος 5,

ε)

να παρέχει διαπίστευση σε φορείς πιστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 43,

στ)

να εκδίδει πιστοποιητικά και να εγκρίνει κριτήρια πιστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 5,

ζ)

να εγκρίνει τυποποιημένες ρήτρες προστασίας δεδομένων του άρθρου 28 παράγραφος 8 και του άρθρου 46 παράγραφος 2 στοιχείο δ),

η)

να επιτρέπει συμβατικές ρήτρες του άρθρου 46 παράγραφος 3 στοιχείο α),

θ)

να επιτρέπει διοικητικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 46 παράγραφος 3 στοιχείο β),

ι)

να εγκρίνει δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες δυνάμει του άρθρου 47.

4.   Η άσκηση εκ μέρους εποπτικής αρχής των εξουσιών της δυνάμει του παρόντος άρθρου υπόκειται στις δέουσες εγγυήσεις, περιλαμβανομένης της άσκησης πραγματικής δικαστικής προσφυγής και της τήρησης της προσήκουσας διαδικασίας, όπως προβλέπονται στο δίκαιο της Ένωσης και το δίκαιο των κρατών μελών σύμφωνα με τον Χάρτη.

5.   Κάθε κράτος μέλος προβλέπει διά νόμου ότι η οικεία εποπτική_αρχή έχει την εξουσία να γνωστοποιεί στις δικαστικές αρχές τις παραβιάσεις του παρόντος κανονισμού και, κατά περίπτωση, να κινεί ή να μετέχει κατ' άλλο τρόπο σε νομικές διαδικασίες, ώστε να επιβάλει τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

6.   Κάθε κράτος μέλος προβλέπει διά νόμου ότι η εποπτική_αρχή του έχει πρόσθετες εξουσίες πέραν εκείνων που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3. Η άσκηση των εν λόγω εξουσιών δεν θίγει την αποτελεσματική λειτουργία του κεφαλαίου VII.

Άρθρο 61

Αμοιβαία συνδρομή

1.   Οι εποπτικές αρχές παρέχουν η μια στην άλλη σχετικές πληροφορίες και αμοιβαία συνδρομή, ώστε να υλοποιήσουν και να εφαρμόσουν τον παρόντα κανονισμό με συνεκτικό τρόπο, και θεσπίζουν μέτρα για την αποτελεσματική συνεργασία τους. Η αμοιβαία συνδρομή καλύπτει, ιδίως, αιτήματα παροχής πληροφοριών και μέτρα ελέγχου, παραδείγματος χάρη αιτήματα για προηγούμενες διαβουλεύσεις και εγκρίσεις, ελέγχους και έρευνες.

2.   Κάθε εποπτική_αρχή λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα που απαιτούνται για να απαντήσει σε αίτημα άλλης εποπτικής αρχής αμελλητί και το αργότερο ένα μήνα μετά την παραλαβή του αιτήματος. Τα εν λόγω μέτρα μπορεί να περιλαμβάνουν, ιδίως, τη διαβίβαση σχετικών πληροφοριών όσον αφορά τη διενέργεια έρευνας.

3.   Τα αιτήματα παροχής συνδρομής περιέχουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, μεταξύ αυτών τον σκοπό και τους λόγους υποβολής του αιτήματος. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται χρησιμοποιούνται μόνο για τον σκοπό για τον οποίο ζητήθηκαν.

4.   Εποπτική αρχή στην οποία υποβλήθηκε αίτημα δεν αρνείται να συμμορφωθεί προς το αίτημα, παρά μόνο εάν:

α)

δεν είναι αρμόδια για το αντικείμενο του αιτήματος ή για μέτρα που πρέπει να εκτελέσει ή

β)

η συμμόρφωση προς το αίτημα θα παραβίαζε τον παρόντα κανονισμό ή το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο κράτους μέλους στο οποίο υπόκειται η εποπτική_αρχή που λαμβάνει το αίτημα.

5.   Η εποπτική_αρχή στην οποία υποβλήθηκε το αίτημα ενημερώνει την εποπτική_αρχή που υπέβαλε το αίτημα για τα αποτελέσματα ή, ανάλογα με την περίπτωση, για την πρόοδο των μέτρων που έλαβε για να ανταποκριθεί στο αίτημα. Η εποπτική_αρχή στην οποία υποβλήθηκε το αίτημα εξηγεί τους λόγους για οποιαδήποτε άρνηση συμμόρφωσης προς αίτημα δυνάμει της παραγράφου 4.

6.   Οι εποπτικές αρχές στις οποία υποβλήθηκε αίτημα παρέχουν, κατά κανόνα, τις πληροφορίες που ζητούνται από άλλες εποπτικές αρχές με ηλεκτρονικά μέσα, χρησιμοποιώντας τυποποιημένο μορφότυπο.

7.   Οι εποπτικές αρχές στις οποία υποβλήθηκε αίτημα δεν επιβάλλουν τέλος για οποιαδήποτε ενέργεια στην οποία προέβησαν σε συνέχεια αιτήματος αμοιβαίας συνδρομής. Οι εποπτικές αρχές δύνανται να συμφωνούν κανόνες σχετικούς με αποζημίωση για συγκεκριμένες δαπάνες που προκύπτουν από την παροχή αμοιβαίας συνδρομής σε εξαιρετικές περιστάσεις.

8.   Εάν μια εποπτική_αρχή δεν παράσχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου πληροφορίες εντός μηνός από την παραλαβή του αιτήματος άλλης εποπτικής αρχής, η εποπτική_αρχή που υπέβαλε το αίτημα δύναται να θεσπίσει προσωρινό μέτρο στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται σύμφωνα με το άρθρο 55 παράγραφος 1. Στην περίπτωση αυτή, θεωρείται ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη λήψης μέτρων βάσει του άρθρο 66 παράγραφος 1 και απαιτείται επείγουσα δεσμευτική απόφαση του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 2.

9.   Η Επιτροπή μπορεί, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να προσδιορίσει τον μορφότυπο και τις διαδικασίες για την αμοιβαία συνδρομή που αναφέρεται στο παρόν άρθρο και τις ρυθμίσεις για την ανταλλαγή πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα μεταξύ ελεγκτικών αρχών και μεταξύ ελεγκτικών αρχών και του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, ιδίως δε τον τυποποιημένο μορφότυπο που αναφέρεται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 93 παράγραφος 2.

Άρθρο 64

Γνώμη του Συμβουλίου

1.   Το Συμβούλιο εκδίδει γνώμη όποτε μια αρμόδια εποπτική_αρχή προτίθεται να θεσπίσει οποιοδήποτε από τα κατωτέρω μέτρα. Για τον σκοπό αυτό, η αρμόδια εποπτική_αρχή ανακοινώνει το σχέδιο απόφασης στο Συμβούλιο, όταν:

α)

αποσκοπεί στην έγκριση καταλόγου πράξεων επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία των δεδομένων δυνάμει του άρθρου 35 παράγραφος 4,

β)

αφορά ζήτημα δυνάμει του άρθρου 40 παράγραφος 7 του κατά πόσο ένα σχέδιο κώδικα δεοντολογίας ή μια τροποποίηση ή επέκταση κώδικα δεοντολογίας συνάδει με τον παρόντα κανονισμό,

γ)

αποσκοπεί στην έγκριση των κριτηρίων για τη διαπίστευση φορέα σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 3 ή φορέα πιστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 3,

δ)

αποσκοπεί στον καθορισμό των τυποποιημένων ρητρών προστασίας δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 στοιχείο δ) και στο άρθρο 28 παράγραφος 8,

ε)

αποσκοπεί στην έγκριση συμβατικών ρητρών του άρθρου 46 παράγραφος 3 στοιχείο α) ή

στ)

αποσκοπεί στην έγκριση δεσμευτικών εταιρικών κανόνων κατά την έννοια του άρθρου 47.

2.   Κάθε εποπτική_αρχή, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων ή η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει την εξέταση οποιουδήποτε ζητήματος γενικής εφαρμογής ή ζητήματος που παράγει αποτελέσματα σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη από το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων, με σκοπό τη έκδοση γνωμοδότησης, ιδίως όταν αρμόδια εποπτική_αρχή δεν συμμορφώνεται προς τις υποχρεώσεις περί αμοιβαίας συνδρομής σύμφωνα με το άρθρο 61 ή περί κοινών επιχειρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 62.

3.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων εκδίδει γνώμη σχετικά με το αντικείμενο που του υποβάλλεται, εφόσον δεν έχει ήδη εκδώσει γνώμη επί του ίδιου θέματος. Η γνώμη αυτή εκδίδεται εντός προθεσμίας οκτώ εβδομάδων με απλή πλειοψηφία των μελών του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί κατά έξι ακόμα εβδομάδες, λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα του θέματος. Όσον αφορά το σχέδιο απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και κοινοποιείται στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου σύμφωνα με την παράγραφο 5, ένα μέλος που δεν έχει προβάλει αντιρρήσεις εντός εύλογης προθεσμίας που ορίζεται από τον πρόεδρο θεωρείται ότι συμφωνεί με το σχέδιο απόφασης.

4.   Οι εποπτικές αρχές και η Επιτροπή, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, ανακοινώνουν ηλεκτρονικά, χρησιμοποιώντας τυποποιημένο μορφότυπο, στο Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων κάθε σχετική πληροφορία, συμπεριλαμβανομένων, ανάλογα με την περίπτωση, της σύνοψης των πραγματικών περιστατικών, του σχεδίου απόφασης, των λόγων για τους οποίους η εφαρμογή του εν λόγω μέτρου είναι αναγκαία και των απόψεων άλλων ενδιαφερόμενων εποπτικών αρχών.

5.   Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων ενημερώνει αμελλητί με ηλεκτρονικό τρόπο:

α)

τα μέλη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων και την Επιτροπή για κάθε σχετική πληροφορία που του έχει ανακοινωθεί, χρησιμοποιώντας τυποποιημένο μορφότυπο. Η γραμματεία του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων παρέχει μεταφράσεις των σχετικών πληροφοριών, εφόσον απαιτείται, και

β)

την εποπτική_αρχή που αναφέρεται, ανάλογα με την περίπτωση, στις παραγράφους 1 και 2, καθώς και την Επιτροπή ως προς τη γνώμη, και τη δημοσιοποιεί.

6.   Η αρμόδια εποπτική_αρχή δεν εγκρίνει το σχέδιο απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 3.

7.   Η εποπτική_αρχή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων και, εντός δύο εβδομάδων από την παραλαβή της γνώμης, ανακοινώνει στον Πρόεδρο του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων με ηλεκτρονικά μέσα κατά πόσο θα διατηρήσει ή θα τροποποιήσει το σχέδιο απόφασης και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, το τροποποιημένο σχέδιο απόφασης, χρησιμοποιώντας τυποποιημένο μορφότυπο.

8.   Όταν η ενδιαφερόμενη εποπτική_αρχή ενημερώνει τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου, ότι δεν προτίθεται να ακολουθήσει τη γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, στο σύνολό της ή εν μέρει, παρέχοντας τη σχετική αιτιολογία, εφαρμόζεται το άρθρο 65 παράγραφος 1.

Άρθρο 67

Ανταλλαγή πληροφοριών

Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις γενικής εμβέλειας προκειμένου να προσδιορίζει τις ρυθμίσεις ανταλλαγής πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα μεταξύ εποπτικών αρχών και μεταξύ εποπτικών αρχών και του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, ιδίως τον τυποποιημένο μορφότυπο που αναφέρεται στο άρθρο 64.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 93 παράγραφος 2.

Τμήμα 3

Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων

Άρθρο 71

Εκθέσεις

1.   Το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων εκπονεί ετήσια έκθεση όσον αφορά την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας στην Ένωση και, κατά περίπτωση, σε τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς. Η έκθεση δημοσιοποιείται και διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

2.   Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει εξέταση της πρακτικής εφαρμογής των κατευθυντήριων γραμμών, των συστάσεων και των βέλτιστων πρακτικών που αναφέρονται στο άρθρο 70 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ), καθώς και των δεσμευτικών αποφάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 65.


whereas

dal 2004 diritto e informatica